Με αφορμή την εξαιρετική παρέμβαση των καθηγητών από διάφορα Πανεπιστήμια, σχετικά με την υιοθεσία και την αναδοχή από ομόφυλα ζευγάρια, επιθυμώ να συνεισφέρω στον δημόσιο διάλογο που έχει ξεκινήσει με αφορμή το υπό διαμόρφωση καινούργιο θεσμικό πλαίσιο, που είχε ως κατάληψη την υπερψήφιση του σχετικού άρθρου. Παρά ωστόσο την έγκριση του σχετικού νόμου, εκτιμώ πως θα χρειαστεί πολύς δρόμος έως ότου αυτός μετασχηματιστεί σε κοινή πρακτική.
Στην παρέμβασή τους οι Πανεπιστημιακοί δάσκαλοι επισημαίνουν ορθά ότι το ζήτημα της ψυχικής υγείας των παιδιών και των εφήβων, είναι πολύ σύμπλοκο και περίπλοκο και δεν αρκούν γραμμικές εξισώσεις για να μας οδηγήσουν σε συμπεράσματα σχετικά με τους παράγοντες που έχουν ένα βαρύνοντα λόγο στην εξέλιξη τους.
Επισημαίνουν επίσης ορθά ότι «Εκατοντάδες μελέτες που διεξήχθησαν τις τελευταίες δεκαετίες, έχουν οδηγήσει σε συμφωνία σε ό,τι αφορά τους παράγοντες που σχετίζονται με την υγιή προσαρμογή των παιδιών και των εφήβων. Οι τρεις πιο σημαντικοί είναι: (1) η ποιότητα των σχέσεων γονέα-παιδιού, (2) η ποιότητα των σχέσεων των σημαντικών ενηλίκων στη ζωή του παιδιού ή του εφήβου (για παράδειγμα οι σχέσεις ανάμεσα στους γονείς) και (3) οι οικονομικοί και άλλοι πόροι που είναι στη διάθεση του παιδιού ή του εφήβου. Οι παράγοντες αυτοί φαίνεται να είναι οι ίδιοι ανεξάρτητα από τον σεξουαλικό προσανατολισμό των γονέων.»
Καθώς εργάζομαι σχεδόν 20 χρόνια ως οικογενειακός θεραπευτής στο πεδίο των εξαρτήσεων, θα ήθελα να συμφωνήσω μαζί τους και να μεταφέρω την εμπειρία που αποκόμισα, από το πεδίο της οικογενειακής θεραπείας. Από το 2002 έως το 2015 υπήρξα Επιστημονικά Υπεύθυνος στην ΑΤΡΑΠΟ, μια Μονάδα Θεραπείας του ΟΚΑΝΑ, για Έφηβους χρήστες και τις οικογένειές τους.
Παράλληλα με την επιστημονική ευθύνη για την μονάδα , είχα την ευθύνη να εργάζομαι με ομάδες γονέων και να υποστηρίζω θεραπευτικά εκατοντάδες οικογένειες εφήβων χρηστών. Η συντριπτική πλειοψηφία των γονέων, όπως είναι φυσικό , αφού οτιδήποτε άλλο απαγορεύεται από την νομοθεσία , ήταν ετερόφυλα ζευγάρια.
Από το δημογραφικό προφίλ των γονέων έχουμε μια εικόνα ότι αυτοί προέρχονται από όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες και τις οικονομικές τάξεις αλλά είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι από το 2010, αυξήθηκε με ιλιγγιώδη ρυθμό ο αριθμός των γονέων που ζητούσαν βοήθεια και που αντιμετώπιζαν οικονομικά προβλήματα, που τους έφερναν σχεδόν στο όριο της επιβίωσης. (ενδεικτικά κάθε μήνα τα αιτήματα αφορούσαν και συνεχίζουν ακόμα και σήμερα να αφορούν σε περίπου 100 εφήβους και 250 γονείς!).
Αυτό που φαίνεται να έχει σημασία είναι η αποξένωση των ανθρώπων από τον εαυτό τους, τις επιθυμίες τους , η αίσθηση αδυναμίας να ελέγξουν τη ζωή τους, η απώλεια της αίσθησης της αξίας τους και της αξιοπρέπειάς τους. Οι γονείς αυτών των εφήβων, συχνά νοιώθουν μονάχοι τους, αποκομμένοι ο ένας από τον άλλο, χωρίς να συνδέονται ή να επενδύουν συναισθηματικά στη μεταξύ τους σχέση.
Από τα ατομικά ιστορικά , διαπιστώνουμε ότι ένας μικρός αριθμός από αυτούς έχουν βιώσει στην παιδική τους ηλικία μια συναισθηματική ή φυσική εγκατάλειψη από τους γονείς τους ή κάποιοι έχουν ιστορικό κακοποίησης. Επίσης ορισμένοι έχουν ιστορικό χρήσης, (έκαναν χρήση ουσιών ή αλκοόλ στο παρελθόν ή στο παρόν).
Στην πραγματικότητα οι γονείς που έχουν ειδικά χαρακτηριστικά είναι η μειοψηφία καθώς κατά την εκτίμησή μου είναι ότι το κυρίαρχο στοιχείο που χαρακτηρίζει αυτήν την ομάδα (όσο και αν εκτιμούμε ότι οι ομαδοποιήσεις ή οι ταξινομήσεις είναι επικίνδυνες, εδώ η κατηγοριοποίηση έχει μονάχα μια χρηστική ιδιότητα), είναι η απουσία μιας προσδοκίας ή μιας ελπίδας που θα έδινε νόημα σε μια «κενή», από απόλαυση και δημιουργικότητα, καθημερινότητα.
Οι περισσότεροι γονείς αυτών των εφήβων είναι ματαιωμένοι από τις ζωές τους και τις επιλογές τους, γεμάτοι θυμό και απογοήτευση, αλλά δεν ευθύνονται μονάχα αυτοί για ότι συμβαίνει αφού δεν μπορούμε να παραγνωρίζουμε την ισχυρή επίδραση που ασκούν άλλοι παλαιοί και σύγχρονοι μηχανισμού κοινωνικοποίησης (σχολείο, διαδίκτυο, σύγχρονες μορφές κοινωνικών σχέσεων π.χ. εφηβικές συμμορίες) αλλά και το πλαίσιο που ζούν οι έφηβοι (βλ. ανωτέρω παράγοντας 3) .
Αν ωστόσο αναζητούσαμε παράγοντες κινδύνου, που προέρχονται από το γονεικό σύστημα, θα λέγαμε πως είναι η έλλειψη επικοινωνίας ή τα ατελή και δυσλειτουργικά επικοινωνιακά σχήματα, η βία και η οικογενειακή κακοποίηση, η έλλειψη νοήματος, οι σχέσεις συγχώνευσης και η απώλεια ή μη επιτρεπτικότητα στην ύπαρξη ατομικών ψυχικών χώρων , η ασάφεια και η διάχυση στα όρια, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν θα λέγαμε ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός των ανθρώπων ασκεί οιαδήποτε επίδραση.
Αυτοί είναι εξάλλου και οι βασικοί παράγοντες κινδύνου που αναφέρονται στη βιβλιογραφία για την πρόληψη των εξαρτήσεων.
Στις ελάχιστες περιπτώσεις που οι άνθρωποι, μετά από καιρό ή το χτίσιμο μιας θεραπευτικής σχέσης, μας εμπιστεύτηκαν τον διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό τους, είδαμε να έχουν την ίδια προβληματική με τους ετερόφυλους γονείς αλλά και το ίδιο πάθος να μετακινηθούν και να βοηθήσουν τα παιδιά τους, αλλάζοντας τον εαυτό τους και τις πρακτικές τους και όχι την σεξουαλική τους ταυτότητα.
Στις ελάχιστες περιπτώσεις που οι άνθρωποι, μετά από καιρό ή το χτίσιμο μιας θεραπευτικής σχέσης, μας εμπιστεύτηκαν τον διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό τους, είδαμε να έχουν την ίδια προβληματική με τους ετερόφυλους γονείς αλλά και το ίδιο πάθος να μετακινηθούν και να βοηθήσουν τα παιδιά τους, αλλάζοντας τον εαυτό τους και τις πρακτικές τους και όχι την σεξουαλική τους ταυτότητα.
Νομίζω πως κάθε οικογενειακός θεραπευτής που έχει εργαστεί με μια μεγάλη γκάμα οικογενειών, έχει την ευθύνη να μετάσχει σε αυτό τον δημόσιο διάλογο για τις επερχόμενες αλλαγές, μακριά από προκαταλήψεις ή ιδεοληψίες. Υπάρχουν γύρω μας υπέροχοι άνθρωποι για να γίνουν ανάδοχοι και να υιοθετήσουν παιδιά, υπάρχουν ζητήματα σχετικά με τους όρους που θα διασφαλίζουν την ασφάλεια των παιδιών και είναι κρίμα εμείς να συνομιλούμε ακόμα με άξονα πατριαρχικούς όρους, οι οποίοι παρότι, στο παρελθόν, μπορεί να έτυχαν ευρείας αποδοχής ακόμα και στον χώρο της Ψυχολογίας ή της Ψυχοθεραπείας, εστιάζουν δυστυχώς μόνο στην περιγραφική αποτύπωση σημαντικών οικογενειακών ρόλων ή δομών και στη σύνδεσή τους με το φύλο.
Αυτές οι πρακτικές παραβλέπουν όχι μόνο τις μετακινήσεις που έχουν συμβεί, σχετικά με τη λειτουργία των ταυτοτήτων φύλου αλλά και τις καινούργιες πολιτιστικές κατασκευές για την ταυτότητα και τη σεξουαλικότητα που διαρκώς αναδύονται στο πεδίο. Μέσα σε αυτό το καινούργιο πολιτιστικό πλαίσιο αναζητούνται οι γέφυρες που συνδέουν το ατομικό με το συλλογικό, τις παραδοσιακές και τις καινούργιες αφηγήσεις που διαρκώς εμφανίζονται σχετικά με την οικογένεια και την σημασία της. Αναζητείται ακόμα η σύνδεση όλων εκείνων που εκτιμούν ότι η ανάδειξη της αξιοπρέπειας των ανθρώπων, η πρόσκληση για τη σύνδεση με τα αποθέματα και τα αξιακά πλαίσια που προσκαλούν στην διαφοροποίηση και η εστίαση στα όνειρα και τις επιθυμίες είναι ένας δρόμος που διευκολύνει το μεγάλωμα των παιδιών σε Τοπία Ασφάλειας.
Τελικά αυτό που έχει σημασία είναι να επικεντρώσουμε σε ένα διάλογο για να αναδειχτούν όλες εκείνες οι πρακτικές και οι διαδικασίες που θα διευκολύνουν και θα εστιάζουν στην αξιολόγηση και στην προετοιμασία των υποψήφιων γονέων καθώς και στην υποστήριξή τους στο μέλλον, ώστε να μπορούν να διαχειριστούν, προς όφελος όλων των εμπλεκόμενων μερών (των ιδίων και του παιδιού), τα πολλά σύνθετα ζητήματα που ανακύπτουν στις νέες οικογένειες που δημιουργούνται.
Γκότσης Ηλίας: Κοινωνιολόγος -Συστημικός και Οικογενειακός θεραπευτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου