Ας ξεκινήσουμε από την πικρή παραδοχή μιας οδυνηρής πραγματικότητας. Εμφιλοχωρεί και στη χώρα μας πάσης φύσεως ρατσισμός. Εμφιλοχωρεί πρωτίστως στον δημόσιο λόγο που εκφέρεται στην πολιτική και κοινωνική ζωή και μοιραία βρίσκει την έκφρασή του, ως οικτρός αντικατοπτρισμός, στα κυπριακά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, στην προκείμενη περίπτωση Μέσα Μαζικής Εξαχρείωσης.
Η ρητορική του μίσους είναι απόρροια αυτού του ρατσισμού. Ο ρατσισμός είναι η γενεσιουργός αιτία της όποιας ρητορικής μίσους. Και δεν υπάρχουν διαβαθμίσεις ανά κατηγορία ρατσιστικής έκφρασης. Το ίδιο επαχθής, το ίδιο κατάπτυστος, το ίδιο διαβρωτικός για τη δημοκρατία, την ανοχή στην διαφορετικότητα και τη διαφορετική άποψη, είναι και ο ιδεολογικός ρατσισμός και ο ομοφοβικός και ο διαφυλικός, αλλά και ο όποιος ρατσισμός.
Κατά τον ίδιο τρόπο, δεν υπάρχουν διαβαθμίσεις ούτε στη ρητορική του μίσους. Η απαξίωση, η λοιδορία, ο αναθεματισμός, η διαστρέβλωση και οι απόλυτα κατηγορηματικές ομοβροντίες εν είδει ηχηρών ρητορισμών συνιστούν, ξεκάθαρα, ρητορική μίσους. Η ρητορική που δεν αφήνει ένα παράθυρο ανοικτό, μια χαραμάδα έστω, στην άλλη άποψη, στην άλλη θέση, στην άλλη στάση ζωής, στην άλλη επιλογή, είναι ρητορική μίσους. Δεν μπορεί να είναι κάτι λιγότερο από αυτό.
Και το πλέον σημαντικό είναι να συνειδητοποιήσουμε το πρόβλημα, να αναγνωρίσουμε την ύπαρξή του, να διαπιστώσουμε τις πραγματικές του διαστάσεις, τις πραγματικές του προεκτάσεις, υπαρκτές και δυνητικές. Διότι μόνο έτσι θα μπορέσουμε να το ανασχέσουμε και να το αντιμετωπίσουμε.
Μοιραία σ’ αυτό το σημείο θα πρέπει ν’ αγγίξουμε ακόμη ένα πονεμένο κεφάλαιο. Η αποτελεσματική ανάσχεση του ρατσιστικού λόγου και των παραγώγων του προϋποθέτει κουλτούρα διαχείρισης τέτοιων συμπεριφορών, προϋποθέτει παιδεία αντιμετώπισης τέτοιων νοοτροπιών. Εδώ εμείς, καλά-καλά, δεν είμαστε σε θέση να ανιχνεύσουμε και να εντοπίσουμε τέτοιες συμπεριφορές και νοοτροπίες. Διότι, προφανώς, τα αντανακλαστικά και τα αισθητήρια μας, είναι ατροφικά λόγω ελλιπούς κουλτούρας, λόγω ανεπαρκούς παιδείας.
Υστέρηση, βεβαίως, υπάρχει και στο θεσμικό, κανονιστικό πλαίσιο. Ωστόσο, αυτή η πτυχή αποβαίνει ήσσονος σημασίας. Αφού η κοινωνία, όπως εκφράζεται μέσα από τη συλλογική συνείδηση των μαζών, παρουσιάζεται είτε αδιάφορη είτε υπερβολικά ανεκτική στον όποιο ρατσιστικό λόγο και στην όποια ρητορική μίσους. Οι πλείστοι εξ ημών αντιδρούν μόνο εφόσον θιγούν σε προσωπικό επίπεδο ή μόνο εφόσον θιγεί ο στενός κοινωνικός περίγυρός τους.
Το ζητούμενο βέβαια είναι να αντιδρούμε όλοι από θέσεις αρχής κινούμενοι. Και όχι μόνο όταν μια υπόθεση αφορά το πετσί μας. Το ζητούμενο είναι, ως ενεργοί πολίτες, ως σκεπτόμενα όντα, ως ζωντανά κύτταρα μιας κοινωνίας, να θιγόμαστε όταν μια υπόθεση θίγει, προσβάλλει ή μειώνει το κάθε μέλος, το οποιοδήποτε μέλος του κοινωνικού συνόλου στο οποίο ανήκουμε. Όταν αντιδρούμε και σε αυτά που μας αφορούν έμμεσα ως να μας αφορούν άμεσα, τότε αποκτούμε μια κοινωνία δημοκρατικά ευαίσθητη, μια κοινωνία λειτουργικά πλουραλιστική.
Όλα τα πιο πάνω αποτελούν βέβαια μια γενική θεώρηση των πραγμάτων που άπτεται των ενεργειών και των συμπεριφορών του συνόλου των μελών της κοινωνίας μας. Ο λόγος που εκφέρεται ειδικά στα ΜΜΕ χρήζει ξεχωριστής και εξειδικευμένης ανάλυσης. Δυστυχώς, στα κυπριακά ΜΜΕ -έντυπα, ραδιοτηλεοπτικά και ηλεκτρονικά- παρατηρούνται, σε αισθητά ανιχνεύσιμο βαθμό, φαινόμενα ρατσιστικού λόγου και ρητορικής μίσους. Μάλιστα, αυτός ο λόγος δεν αποτελεί μόνο προϊόν αναπαραγωγής του λόγου που εκφέρεται δημοσίως σε κοινωνικο-πολιτικό επίπεδο, αλλά, κατά ένα μεγάλο μέρος, συνιστά πρωτογενή παραγωγή των ίδιων των ΜΜΕ. Δηλαδή, τα ΜΜΕ, δεν φτάνει που αναπαράγουν τη ρητορική μίσους η οποία ιχνηλατείται δημοσίως στα πολιτικο-κοινωνικά δρώμενα, παράγουν και τα ίδια, αυτοφυώς, από μόνα τους, τέτοια ρητορική.
Ό,τι ισχύει γενικά στην κοινωνία μας, ισχύει και στα κυπριακά ΜΜΕ ειδικά. Δεν υπάρχουν διαβαθμίσεις ούτε στον ρατσιστικό λόγο ούτε στη ρητορική μίσους. Υπάρχουν όμως προσφιλείς και λιγότερο προσφιλείς θεματικές. Υπάρχουν θεματικές κατά τις οποίες ο ρατσιστικός λόγος και η ρητορική μίσους εκφέρονται, διατυπώνονται και δημοσιεύονται με τον πλέον απροκάλυπτο, με τον πλέον προκλητικό και εκχυδαϊστικό τρόπο. Υπάρχουν και θεματικές κατά τις οποίες αυτός ο λόγος είναι πιο ήπιος, έμμεσος ή συγκεκαλυμμένος.
Μια συστηματική εξέταση των όσων δημοσιεύονται στα κυπριακά ΜΜΕ θα καταδείξει ότι δεσπόζουσα θέση κατέχει ο ρατσισμός και η ρητορική μίσους που έχουν να κάμουν με το Κυπριακό και τη διαχείριση της διαπραγματευτικής διαδικασίας. Έπεται ο ρατσισμός που εδράζεται σε εθνοτική ή ξενοφοβική βάση. Και ακολουθεί η ρητορική μίσους που ελαύνεται από διαφυλικά ή ομοφοβικά κίνητρα και ελατήρια. Την τετράδα συμπληρώνει ο ιδεολογικός ρατσισμός και η αντίστοιχη ρητορική μίσους.
H Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας
Η λειτουργία Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, ως ανεξάρτητου θεσμού, εδώ και είκοσι χρόνια, δυστυχώς, ουδόλως έχει καταφέρει να εκλογικεύσει αυτά τα κρούσματα. Ίσως γιατί η δράση της Ε.Δ.Δ. δεν έχει κατασταλτικό χαρακτήρα. Επί του προκειμένου, πιστεύω ότι είναι καιρός να προβληματιστεί και η Πολιτεία με την ανάγκη θέσπισης δευτεροβάθμιου οργάνου που να μπορεί να επιβάλλει ποινές και κυρώσεις, εν είδει Δικαστικού Σώματος, στα παρεκτρεπόμενα ΜΜΕ. Αφού ελάχιστα έγιναν με την πειθώ και την ανάγκη συμμόρφωσης, ας επιστρατευθεί και ο φόβος της επιβολής ποινών, ειδικά χρηματικών προστίμων. Η μόνη «βελτιωτική» εξέλιξη που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια-ίσως ελέω Ε.Δ.Δ. και όχι μόνο-είναι ότι πλέον ο ρατσιστικός λόγος και η ρητορική μίσους εκφέρονται περισσότερο τεχνηέντως και με μεγαλύτερη συγκάλυψη. Ωστόσο, η ουσία αυτών των τοποθετήσεων, ουδόλως διαφοροποιήθηκε.
Ο κολοφώνας του ρατσιστικού λόγου και της ρητορικής μίσους στο δημόσιο και δημοσιογραφικό λόγο στην Κύπρο, αναντίλεκτα και αναμφίβολα, ήταν η περίοδος της περιβόητης περιρρέουσας ατμόσφαιρας, λίγο πριν από το Δημοψήφισμα του Απρίλη του 2004. Τέτοιο όργιο ενοχοποίησης και λοιδορίας της άλλης άποψης, είχε να ζήσει η κυπριακή κοινωνία από τα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια στην Ελλάδα, αλλά και από τα ύστερα χρόνια του απελευθερωτικού αγώνα 1955-59. Και είθε να μην ξαναζήσει ο τόπος μας τέτοιο κλίμα και τέτοια ατμόσφαιρα μισσαλλόδοξης περιχαράκωσης που στρέφει τα ήθη, την ηθική και τη δεοντολογία, δεκαετίες-αν όχι αιώνες-πίσω.
Και το ερώτημα που αβίαστα προκύπτει είναι: θα ξαναζήσει ο τόπος μας «περιρρέουσα ατμόσφαιρα» με αναθεματισμούς και ενοχοποίηση της άλλης άποψης, με εξίσωση της άλλης άποψης με εσχάτη προδοσία; Η προδιάθεση, δυστυχώς, υπάρχει. Και υπάρχει, τόσο σε πολιτικό όσο και σε δημοσιογραφικό επίπεδο. Ήδη, με αφορμή την τελευταία διαπραγματευτική διαδικασία στην Ελβετία, γίναμε όλοι μάρτυρες ανησυχητικών κρουσμάτων και στον πολιτικό λόγο που εκφέρεται δημόσια, αλλά και σε συναφή δημοσιεύματα στον Τύπο.
Ωστόσο, θέλω να πιστεύω ότι η κυπριακή κοινή γνώμη στο σύνολό της-ανεξαρτήτως της προδιάθεσης πολιτευτών και ΜΜΕ-είναι πλέον λιγότερο δεκτική, λιγότερο επιρρεπής στον ρατσιστικό λόγο και τη ρητορική του μίσους. Θέλω να πιστεύω ότι η κυπριακή κοινή γνώμη έπαθε και έμαθε ότι οι εμφυλιοπολεμικές ιαχές, οι πατριωτικές κορώνες, οι απόλυτες αλήθειες, δεν οδηγούν πουθενά ή μάλλον οδηγούν μόνο σε άγονα αδιέξοδα.
Προαγωγή πολιτικού πολιτισμού σημαίνει ολοένα και λιγότερος ρατσιστικός λόγος στη ζωή μας, ολοένα και λιγότερη ρητορική μίσους, εμπάθειας, μισαλοδοξίας, άρνησης και απορριπτισμού. Ιδού στάδιον δόξης λαμπρόν για όλους μας, πολιτικούς, δημοσιογράφους, ενεργούς και σκεπτόμενους πολίτες…
Η ρητορική του μίσους είναι απόρροια αυτού του ρατσισμού. Ο ρατσισμός είναι η γενεσιουργός αιτία της όποιας ρητορικής μίσους. Και δεν υπάρχουν διαβαθμίσεις ανά κατηγορία ρατσιστικής έκφρασης. Το ίδιο επαχθής, το ίδιο κατάπτυστος, το ίδιο διαβρωτικός για τη δημοκρατία, την ανοχή στην διαφορετικότητα και τη διαφορετική άποψη, είναι και ο ιδεολογικός ρατσισμός και ο ομοφοβικός και ο διαφυλικός, αλλά και ο όποιος ρατσισμός.
Κατά τον ίδιο τρόπο, δεν υπάρχουν διαβαθμίσεις ούτε στη ρητορική του μίσους. Η απαξίωση, η λοιδορία, ο αναθεματισμός, η διαστρέβλωση και οι απόλυτα κατηγορηματικές ομοβροντίες εν είδει ηχηρών ρητορισμών συνιστούν, ξεκάθαρα, ρητορική μίσους. Η ρητορική που δεν αφήνει ένα παράθυρο ανοικτό, μια χαραμάδα έστω, στην άλλη άποψη, στην άλλη θέση, στην άλλη στάση ζωής, στην άλλη επιλογή, είναι ρητορική μίσους. Δεν μπορεί να είναι κάτι λιγότερο από αυτό.
Και το πλέον σημαντικό είναι να συνειδητοποιήσουμε το πρόβλημα, να αναγνωρίσουμε την ύπαρξή του, να διαπιστώσουμε τις πραγματικές του διαστάσεις, τις πραγματικές του προεκτάσεις, υπαρκτές και δυνητικές. Διότι μόνο έτσι θα μπορέσουμε να το ανασχέσουμε και να το αντιμετωπίσουμε.
Μοιραία σ’ αυτό το σημείο θα πρέπει ν’ αγγίξουμε ακόμη ένα πονεμένο κεφάλαιο. Η αποτελεσματική ανάσχεση του ρατσιστικού λόγου και των παραγώγων του προϋποθέτει κουλτούρα διαχείρισης τέτοιων συμπεριφορών, προϋποθέτει παιδεία αντιμετώπισης τέτοιων νοοτροπιών. Εδώ εμείς, καλά-καλά, δεν είμαστε σε θέση να ανιχνεύσουμε και να εντοπίσουμε τέτοιες συμπεριφορές και νοοτροπίες. Διότι, προφανώς, τα αντανακλαστικά και τα αισθητήρια μας, είναι ατροφικά λόγω ελλιπούς κουλτούρας, λόγω ανεπαρκούς παιδείας.
Υστέρηση, βεβαίως, υπάρχει και στο θεσμικό, κανονιστικό πλαίσιο. Ωστόσο, αυτή η πτυχή αποβαίνει ήσσονος σημασίας. Αφού η κοινωνία, όπως εκφράζεται μέσα από τη συλλογική συνείδηση των μαζών, παρουσιάζεται είτε αδιάφορη είτε υπερβολικά ανεκτική στον όποιο ρατσιστικό λόγο και στην όποια ρητορική μίσους. Οι πλείστοι εξ ημών αντιδρούν μόνο εφόσον θιγούν σε προσωπικό επίπεδο ή μόνο εφόσον θιγεί ο στενός κοινωνικός περίγυρός τους.
Το ζητούμενο βέβαια είναι να αντιδρούμε όλοι από θέσεις αρχής κινούμενοι. Και όχι μόνο όταν μια υπόθεση αφορά το πετσί μας. Το ζητούμενο είναι, ως ενεργοί πολίτες, ως σκεπτόμενα όντα, ως ζωντανά κύτταρα μιας κοινωνίας, να θιγόμαστε όταν μια υπόθεση θίγει, προσβάλλει ή μειώνει το κάθε μέλος, το οποιοδήποτε μέλος του κοινωνικού συνόλου στο οποίο ανήκουμε. Όταν αντιδρούμε και σε αυτά που μας αφορούν έμμεσα ως να μας αφορούν άμεσα, τότε αποκτούμε μια κοινωνία δημοκρατικά ευαίσθητη, μια κοινωνία λειτουργικά πλουραλιστική.
Όλα τα πιο πάνω αποτελούν βέβαια μια γενική θεώρηση των πραγμάτων που άπτεται των ενεργειών και των συμπεριφορών του συνόλου των μελών της κοινωνίας μας. Ο λόγος που εκφέρεται ειδικά στα ΜΜΕ χρήζει ξεχωριστής και εξειδικευμένης ανάλυσης. Δυστυχώς, στα κυπριακά ΜΜΕ -έντυπα, ραδιοτηλεοπτικά και ηλεκτρονικά- παρατηρούνται, σε αισθητά ανιχνεύσιμο βαθμό, φαινόμενα ρατσιστικού λόγου και ρητορικής μίσους. Μάλιστα, αυτός ο λόγος δεν αποτελεί μόνο προϊόν αναπαραγωγής του λόγου που εκφέρεται δημοσίως σε κοινωνικο-πολιτικό επίπεδο, αλλά, κατά ένα μεγάλο μέρος, συνιστά πρωτογενή παραγωγή των ίδιων των ΜΜΕ. Δηλαδή, τα ΜΜΕ, δεν φτάνει που αναπαράγουν τη ρητορική μίσους η οποία ιχνηλατείται δημοσίως στα πολιτικο-κοινωνικά δρώμενα, παράγουν και τα ίδια, αυτοφυώς, από μόνα τους, τέτοια ρητορική.
Ό,τι ισχύει γενικά στην κοινωνία μας, ισχύει και στα κυπριακά ΜΜΕ ειδικά. Δεν υπάρχουν διαβαθμίσεις ούτε στον ρατσιστικό λόγο ούτε στη ρητορική μίσους. Υπάρχουν όμως προσφιλείς και λιγότερο προσφιλείς θεματικές. Υπάρχουν θεματικές κατά τις οποίες ο ρατσιστικός λόγος και η ρητορική μίσους εκφέρονται, διατυπώνονται και δημοσιεύονται με τον πλέον απροκάλυπτο, με τον πλέον προκλητικό και εκχυδαϊστικό τρόπο. Υπάρχουν και θεματικές κατά τις οποίες αυτός ο λόγος είναι πιο ήπιος, έμμεσος ή συγκεκαλυμμένος.
Μια συστηματική εξέταση των όσων δημοσιεύονται στα κυπριακά ΜΜΕ θα καταδείξει ότι δεσπόζουσα θέση κατέχει ο ρατσισμός και η ρητορική μίσους που έχουν να κάμουν με το Κυπριακό και τη διαχείριση της διαπραγματευτικής διαδικασίας. Έπεται ο ρατσισμός που εδράζεται σε εθνοτική ή ξενοφοβική βάση. Και ακολουθεί η ρητορική μίσους που ελαύνεται από διαφυλικά ή ομοφοβικά κίνητρα και ελατήρια. Την τετράδα συμπληρώνει ο ιδεολογικός ρατσισμός και η αντίστοιχη ρητορική μίσους.
H Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας
Η λειτουργία Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, ως ανεξάρτητου θεσμού, εδώ και είκοσι χρόνια, δυστυχώς, ουδόλως έχει καταφέρει να εκλογικεύσει αυτά τα κρούσματα. Ίσως γιατί η δράση της Ε.Δ.Δ. δεν έχει κατασταλτικό χαρακτήρα. Επί του προκειμένου, πιστεύω ότι είναι καιρός να προβληματιστεί και η Πολιτεία με την ανάγκη θέσπισης δευτεροβάθμιου οργάνου που να μπορεί να επιβάλλει ποινές και κυρώσεις, εν είδει Δικαστικού Σώματος, στα παρεκτρεπόμενα ΜΜΕ. Αφού ελάχιστα έγιναν με την πειθώ και την ανάγκη συμμόρφωσης, ας επιστρατευθεί και ο φόβος της επιβολής ποινών, ειδικά χρηματικών προστίμων. Η μόνη «βελτιωτική» εξέλιξη που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια-ίσως ελέω Ε.Δ.Δ. και όχι μόνο-είναι ότι πλέον ο ρατσιστικός λόγος και η ρητορική μίσους εκφέρονται περισσότερο τεχνηέντως και με μεγαλύτερη συγκάλυψη. Ωστόσο, η ουσία αυτών των τοποθετήσεων, ουδόλως διαφοροποιήθηκε.
Ο κολοφώνας του ρατσιστικού λόγου και της ρητορικής μίσους στο δημόσιο και δημοσιογραφικό λόγο στην Κύπρο, αναντίλεκτα και αναμφίβολα, ήταν η περίοδος της περιβόητης περιρρέουσας ατμόσφαιρας, λίγο πριν από το Δημοψήφισμα του Απρίλη του 2004. Τέτοιο όργιο ενοχοποίησης και λοιδορίας της άλλης άποψης, είχε να ζήσει η κυπριακή κοινωνία από τα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια στην Ελλάδα, αλλά και από τα ύστερα χρόνια του απελευθερωτικού αγώνα 1955-59. Και είθε να μην ξαναζήσει ο τόπος μας τέτοιο κλίμα και τέτοια ατμόσφαιρα μισσαλλόδοξης περιχαράκωσης που στρέφει τα ήθη, την ηθική και τη δεοντολογία, δεκαετίες-αν όχι αιώνες-πίσω.
Και το ερώτημα που αβίαστα προκύπτει είναι: θα ξαναζήσει ο τόπος μας «περιρρέουσα ατμόσφαιρα» με αναθεματισμούς και ενοχοποίηση της άλλης άποψης, με εξίσωση της άλλης άποψης με εσχάτη προδοσία; Η προδιάθεση, δυστυχώς, υπάρχει. Και υπάρχει, τόσο σε πολιτικό όσο και σε δημοσιογραφικό επίπεδο. Ήδη, με αφορμή την τελευταία διαπραγματευτική διαδικασία στην Ελβετία, γίναμε όλοι μάρτυρες ανησυχητικών κρουσμάτων και στον πολιτικό λόγο που εκφέρεται δημόσια, αλλά και σε συναφή δημοσιεύματα στον Τύπο.
Ωστόσο, θέλω να πιστεύω ότι η κυπριακή κοινή γνώμη στο σύνολό της-ανεξαρτήτως της προδιάθεσης πολιτευτών και ΜΜΕ-είναι πλέον λιγότερο δεκτική, λιγότερο επιρρεπής στον ρατσιστικό λόγο και τη ρητορική του μίσους. Θέλω να πιστεύω ότι η κυπριακή κοινή γνώμη έπαθε και έμαθε ότι οι εμφυλιοπολεμικές ιαχές, οι πατριωτικές κορώνες, οι απόλυτες αλήθειες, δεν οδηγούν πουθενά ή μάλλον οδηγούν μόνο σε άγονα αδιέξοδα.
Προαγωγή πολιτικού πολιτισμού σημαίνει ολοένα και λιγότερος ρατσιστικός λόγος στη ζωή μας, ολοένα και λιγότερη ρητορική μίσους, εμπάθειας, μισαλοδοξίας, άρνησης και απορριπτισμού. Ιδού στάδιον δόξης λαμπρόν για όλους μας, πολιτικούς, δημοσιογράφους, ενεργούς και σκεπτόμενους πολίτες…
* Πρόεδρος της Ένωσης Συντακτών Κύπρου.
*Αποσπάσματα από ομιλία σε εκδήλωση του ΟΠΕΚ με γενικό θέμα: «Η ρητορική του μίσους. Μας αφορά!»
*Αποσπάσματα από ομιλία σε εκδήλωση του ΟΠΕΚ με γενικό θέμα: «Η ρητορική του μίσους. Μας αφορά!»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου