Το τελευταίο βιβλίο της Αν Ενραϊτ, «Ο χορταριασμένος δρόμος», περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που περιμένει κανείς να βρει σε ένα ιρλανδικό μυθιστόρημα: Ατμοσφαιρικές περιγραφές τοπίων, όπου δεσπόζουν απόκρημνα βράχια και στο βάθος ο μουντός ουρανός γίνεται ένα με τη φουρτουνιασμένη θάλασσα. Επεισοδιακές οικογενειακές συγκεντρώσεις με το αλκοόλ να ρέει άφθονο. Νέοι που κυνηγούν το αμερικανικό όνειρο. Αναφορές στη θρησκεία και το δύσκολο παρελθόν μιας χώρας «κομμένης» στα δύο.
Ομως, οι μεγάλοι συγγραφείς ξεχωρίζουν ακριβώς επειδή κατορθώνουν να μιλούν για το τοπικό και το παγκόσμιο ταυτόχρονα: Οι «ιρλανδικές» ιστορίες της Ενραϊτ συγκινούν ακόμα και αναγνώστες, που δεν έχουν επισκεφθεί ποτέ το ανεμοδαρμένο νησί του Ατλαντικού. Αλλωστε, όσο κι αν εμπνέεται από τη φυσική ομορφιά της χώρας της, δεν τρέφει αυταπάτες για τις αδυναμίες των συμπατριωτών της, ενώ αναγνωρίζει πως και αυτή η τόσο ρομαντική εικόνα της Ιρλανδίας είναι εν πολλοίς κατασκευασμένη.
«Ο ιρλανδικός οργανισμός τουρισμού ήταν ένας από τους πιο επιτυχημένους φορείς που δημιούργησε ποτέ το κράτος, ιδιαίτερα τη δεκαετία του ’60, όταν κατάφεραν να πουλήσουν μία εκδοχή της χώρας όχι μόνο στους επισκέπτες, αλλά και στους ίδιους τους Ιρλανδούς», υποστηρίζει η συγγραφέας μιλώντας στην «Κ». «Ηταν μια εικόνα βουκολική, άγρια και όμορφη». Κι αν οι Ιρλανδοί έσπευσαν να υιοθετήσουν αυτή την εξωραϊσμένη απεικόνιση της πατρίδας τους, αυτό συνέβη επειδή διακατέχονταν ήδη από μια θλίψη για ό,τι έχει χαθεί οριστικά: «Οι Αγγλοι άποικοι πήραν το καλύτερο κομμάτι γης στην Ιρλανδία και έδιωξαν τους κατοίκους της προς τις άγονες δυτικές εκτάσεις, επομένως το αίσθημα της απώλειας ήταν ήδη εκεί. Επίσης, ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων μετανάστευσε στην Αγγλία και στην Αμερική και ο απόδημος βλέπει το τοπίο σαν το σπίτι στο οποίο δεν μπορεί να επιστρέψει ποτέ».
Εσωστρεφής και σχεδόν αδιάφορη για τη δημοσιότητα, η Αν Ενραϊτ δεν ήταν ιδιαίτερα γνωστή στο βρετανικό κοινό από το 1993, όταν εγκατέλειψε τη δουλειά της στον χώρο της τηλεόρασης για να αφοσιωθεί στο γράψιμο, μέχρι το 2007, όταν το τέταρτο μυθιστόρημά της, με τίτλο «Η συγκέντρωση», απέσπασε το βραβείο Booker και χαρακτηρίστηκε ως το καλύτερο ιρλανδικό βιβλίο της χρονιάς. Σήμερα, το όνομά της είναι αναγνωρίσιμο εντός και εκτός Βρετανίας, τα βιβλία της μεταφράζονται σε πολλές γλώσσες, τα άρθρα της δημοσιεύονται σε έντυπα όπως η «Guardian» και το «New Yorker». Εντούτοις, έχει καταφέρει να διατηρήσει το προφίλ της χαμηλό, εξακολουθώντας να ζει στην Ιρλανδία με την οικογένειά της. Κι αν οι ήρωές της μοιάζουν να υποφέρουν από μοναξιά, δεν είναι επειδή η ίδια είναι μοναχική, αλλά γιατί η μοναξιά είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης ιδιότητας.
Οικογενειακές σχέσεις
Ο βρετανικός Τύπος έχει επανειλημμένως σχολιάσει την τάση τής Αν Ενραϊτ να εστιάζει στις ανθρώπινες και κυρίως τις οικογενειακές σχέσεις. Πράγματι, στα βιβλία της επιστρέφει ξανά και ξανά στο θέμα της οικογένειας, εκείνη όμως θεωρεί ότι απλώς επιχειρεί να αναδείξει βαθύτερες αλήθειες για τον άνθρωπο, τα βιώματα, τις φοβίες και τις επιθυμίες του. «Δεν μπορώ να σε καλέσω σπίτι για τα Χριστούγεννα επειδή είμαι Ιρλανδός και η οικογένειά μου είναι παλαβή», πληροφορεί τον συγκάτοικό του ο Εμετ, ένας από τους ήρωες του «Χορταριασμένου δρόμου», όμως η πολυβραβευμένη πεζογράφος γνωρίζει πολύ καλά ότι οι οικογένειες είναι εξίσου δυσλειτουργικές σε όλα τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη: «Οι Ελληνες έχουν στοχοποιηθεί εξαιτίας του Σοφοκλή, οι Ιρλανδοί εξαιτίας του καθολικισμού», αστειεύεται. «Το Δουβλίνο είναι γεμάτο τουρίστες τόσο μεθυσμένους που δυσκολεύονται να μιλήσουν και όταν τελικά μιλούν είναι για να πουν “εσείς οι Ιρλανδοί έχετε τεράστιο πρόβλημα με το αλκοόλ”. Επίσης, όλοι μάς θεωρούν υπαίτιους για τις μανάδες τους».
Μολονότι έχουν προ πολλού ενηλικιωθεί και απομακρυνθεί από τη γονεϊκή εστία, ο Εμετ, ο οποίος αφοσιώνεται σε «υψηλούς» στόχους για να καλύπτει τις δικές του συναισθηματικές ελλείψεις και τα αδέλφια του εξακολουθούν να ζουν στη σκιά της μητέρας τους, της Ρόζαλιν. Η Κoνστάνς είναι η μόνη που έχει παραμείνει στην πόλη όπου μεγάλωσε και έχει επωμιστεί εξ ολοκλήρου τη φροντίδα της Ρόζαλιν. Ο Νταν, που ζει στον Καναδά, έχει πια συμφιλιωθεί με την ομοφυλοφιλία του και έχει κατακτήσει ένα επίπεδο εσωτερικής γαλήνης, που στερούνται τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας.
«Ο Νταν είναι ανίκανος να είναι ο εαυτός του –να γνωρίσει τον εαυτό του, να αποδεχτεί τον εαυτό του και να ζήσει μια κανονική ζωή– μέχρι που η κοινωνία τον αναγκάζει. Σαν πολλούς ομοφυλόφιλους άνδρες που έχουν έναν σταθερό σύντροφο, εκπλήσσεται που του προσφέρεται αυτό το είδος αγάπης και αισθάνεται ευγνωμοσύνη», αναφέρει η συγγραφέας. Η σχεδόν αλκοολική Χάνα λατρεύει το μωρό της αλλά «βρίσκει τη μητρότητα δύσκολη και μοναχική». Η ίδια η Ενραϊτ εξομολογείται τα αντιφατικά συναισθήματα που της ενέπνευσε η μητρότητα στο βιβλίο της «Making Babies: Stumbling into Motherhood».
Η ενασχόλησή της με τη μητρότητα, στη θεωρία και στην πράξη, δεν έχει επηρεάσει την άποψή της σχετικά με την άμβλωση, που παραμένει παράνομη στην καθολική Ιρλανδία. Το περασμένο φθινόπωρο, ήταν μεταξύ των επιφανών Ιρλανδών από τον χώρο των Γραμμάτων και των Τεχνών, που υπέγραψαν μια ανοιχτή επιστολή υπέρ της επίμαχης συνταγματικής ρύθμισης του 1983.
Η ρύθμιση, η οποία «εγγυάται ίσα δικαιώματα στο αγέννητο παιδί και τη μητέρα του, είναι προβληματική», τονίζει η συγγραφέας. «Η εγκυμοσύνη δεν λειτουργεί με θεολογικούς όρους. Πιστεύω ότι ο καθένας στην Ιρλανδία είναι έτοιμος να συμφωνήσει υπέρ της διακοπής των κυήσεων, που είναι καταδικασμένες, επιτρέποντας στους γιατρούς να κάνουν σωστά τη δουλειά τους. Ζητήματα όπως ο βιασμός, η αιμομειξία και η αντιμετώπιση των γυναικών, που αγοράζουν τα χάπια της άμβλωσης από το Διαδίκτυο, ως εγκληματίες, θα μπορούσαν να επιλυθούν αν μπορούσαμε να ψηφίσουμε ξανά».
Τα βιβλία της Αν Ενραϊτ «Ο χορταριασμένος δρόμος», «Το ξεχασμένο βαλς» και «Η συγκέντρωση» κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Καστανιώτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου