«Αν νοιάζεστε για την έμφυλη ισότητα, για τη φτώχεια, τη μετανάστευση και τη δημόσια υγεία, τότε τα δικαιώματα των εργατών/-τριών του σεξ πρέπει να σας ενδιαφέρουν. Κάντε λίγο χώρο για εμάς στα κινήματά σας», είχε πει η διάσημη εργάτρια του σεξ και ακτιβίστρια Juno Mac, καταδεικνύοντας την ανάγκη να αρθεί ο στιγματισμός και η απαξίωση για την εργασία στον τομέα του σεξ.
Η πραγματικότητα αυτή ισχύει διεθνώς και πολύ περισσότερο στην Ελλάδα, όπου η σεξουαλική εργασία αντιμετωπίζεται ως ταμπού και κάθε απόπειρα ανοιχτής συζήτησης και διεκδίκησης πέφτει σ’ ένα παραπέτασμα πουριτανισμού και σύγχυσης. Η άγνοια και η αναπαραγωγή στερεοτύπων συντείνουν στην περιθωριοποίηση των ανθρώπων που ασκούν σεξουαλική εργασία. Μια ιδιαίτερη κατηγορία ανάμεσα τους είναι η ανδρική σεξουαλική εργασία που αποτελεί ένα σχεδόν αχαρτογράφητο πεδίο.
Πέρα από τους εργάτες του σεξ που παρέχουν τις υπηρεσίες τους κυρίως στον δρόμο, σε πλατείες ή μπαρ, τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια ολοένα και διευρυνόμενη ομάδα ανδρών που επιχειρούν να προσεγγίσουν πελάτες μέσω προσωπικών αγγελιών στο διαδίκτυο. Η σύγχρονη τεχνολογία τους εξασφαλίζει αυξημένες διευκολύνσεις στη διεκπεραίωση της εργασίας τους, όπως τη δυνατότητα να εργάζονται από το σπίτι, να βλέπουν τους πελάτες, προτού συναντηθούν μαζί τους από κοντά, να καθορίζουν οι ίδιοι τις αμοιβές και να κρατούν το σύνολο του ποσού.
Ένας στους τρεις δήλωσε πως ξεκίνησε αυτήν την απασχόληση, επειδή το έκανε ήδη κάποιος φίλος του και ήθελε να το δοκιμάσει και αυτός.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από τον κοινωνικό λειτουργό Λάμπρο Αραπάκο στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών στην Ψυχική Υγεία του Τμήματος Νοσηλευτικής του ΤΕΙ Θεσσαλίας, με πληθυσμό αναφοράς 195 άνδρες και τελικό δείγμα 57 άνδρες. Τα ερωτηματολόγια δομήθηκαν από τον ίδιο στη βάση διεθνών υποδειγμάτων και συγκεντρώθηκαν το τελευταίο τρίμηνο του 2016. Είναι προϊόν σκληρής δουλειάς και άρτιας επιστημονικής τεκμηρίωσης του ερευνητή και λειτουργεί αποκαλυπτικά, σκιαγραφώντας το προφίλ αυτών των ανδρών, αλλά και αναμοχλεύοντας απωθημένες όψεις των σεξουαλικών συμπεριφορών.
Όλοι οι συμμετέχοντες, για λόγους ερευνητικής δεοντολογίας, είναι άνω των 18 ετών. Η μέση ηλικία των ανδρών που εκδίδονται και συμμετέχουν στην έρευνα είναι 29,6 έτη. Ο μικρότερος σε ηλικία είναι 20 ετών, ενώ ο μεγαλύτερος 48. Ενδιαφέρον έχει, όμως, σε ποια ηλικία ξεκίνησαν να παρέχουν υπηρεσίες σεξ: Η μέση ηλικία που δήλωσαν που ξεκίνησαν ήταν τα 24,5 έτη. Η μικρότερη σε ηλικία καταγραφή για το πότε ξεκίνησε κάποιος ερωτώμενος να παρέχει υπηρεσίες σεξ ήταν τα 14, ενώ η μεγαλύτερη τα 39. Έξι από αυτούς ξεκίνησαν την εργασία αυτή, όταν ήταν ανήλικοι. Τρεις στους τέσσερις συμμετέχοντες στην έρευνα (75,4%) δήλωσαν πως κατάγονταν από την Ελλάδα, ενώ ένας στους τέσσερις από κάποια ξένη χώρα. Συγκεκριμένα, οκτώ από τους 57 εργαζόμενους στο σεξ έχουν καταγωγή από την Αλβανία, δύο από την Κύπρο, ένας από την Γκάνα, ένας από την Αίγυπτο, ένας από τη Βουλγαρία, ένας από την Ολλανδία. Το 70% των ερωτηθέντων τη στιγμή της έρευνας διέμενε στην Αθήνα, το 16% στη Θεσσαλονίκη και το 9% στο Ηράκλειο της Κρήτης. Υπήρχαν επίσης συμμετέχοντες από την Πάτρα, την Καλαμάτα και την Κομοτηνή.
Ένα πολύ σημαντικό εύρημα της μελέτης είναι αυτό που αναφέρεται στο μορφωτικό επίπεδο των internet male escorts, καθώς αποδομεί το στερεότυπο που υπονοεί ότι πρόκειται για άνδρες ιδιαίτερα χαμηλής μορφωτικής κλίμακας. Ειδικότερα, το 44% έχει ολοκληρώσει σπουδές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, συμπεριλαμβανομένου και ενός 7% που είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου. Το 16% είναι απόφοιτοι κάποιας σχολής μετά το Λύκειο, το 26% έχει ολοκληρώσει το Λύκειο και το 12% την υποχρεωτική εκπαίδευση. Μόλις το 2% έχει ολοκληρώσει μόνο το Δημοτικό. Περισσότεροι από τους μισούς (54%) δήλωσαν πως ασκούν αυτό το επάγγελμα, ώστε να καλύψουν τα βασικά έξοδα επιβίωσης τους. Ένα 39% δήλωσε πως το έκανε, για να έχει μεγαλύτερη οικονομική άνεση σε πτυχές της κοινωνικής ζωής, όπως η διασκέδαση ή οι αγορές ρούχων. Σε ποσοστό 37% δήλωσαν πως αυτή η δουλειά τούς φάνηκε εντυπωσιακή και συναρπαστική. Ένας στους τρεις συμμετέχοντες δήλωσε πως ξεκίνησε αυτή την απασχόληση, επειδή το έκανε ήδη κάποιος φίλος τους και ήθελε να το δοκιμάσει και αυτός (33%). Σημαντικό είναι επίσης να αναφερθεί πως ένας στους τέσσερις άνδρες ξεκίνησε αυτήν την εργασία και από περιέργεια (25%). Το 21% των ανδρών υποστήριξαν πως ένας λόγος που έκαναν αυτήν τη δουλειά, ήταν για να στηρίξουν οικονομικά την οικογένειά τους, ενώ το 18% το έκαναν επειδή δεν είχαν οικονομική υποστήριξη από την οικογένειά τους. Κανείς πάντως δε δήλωσε πως εξαναγκάστηκε να το κάνει.
Αυτό το τελευταίο στοιχείο έχει μια αξία να τονιστεί, καθώς συχνά στο δημόσιο λόγο η σεξουαλική εργασία ταυτίζεται με το trafficking και ποινικοποιείται. Η βία, η σεξουαλική εκμετάλλευση, οι μορφές καταναγκασμού και εξαναγκασμού είναι υπαρκτές, ενδεχομένως και πλειοψηφικές στην σεξουαλική εργασία. Ειδικά στον απόηχο της προσφυγικής τραγωδίας, έχει αναδυθεί στο κέντρο της Αθήνας και η βάναυση μορφή της σεξουαλικής εκμετάλλευσης ανήλικων προσφύγων από Έλληνες «νοικοκυραίους», που ίσως στην υπόλοιπη, φανερή, «χριστιανική» και άκρως υποκριτική ζωή τους, να διαμαρτύρονται κιόλας για τους πρόσφυγες που έρχονται στη χώρα. Ωστόσο, η σεξουαλική εργασία δεν είναι αυτό. Είναι η εκούσια παροχή υπηρεσιών σεξ από άτομα ανεξαρτήτως φύλου, ταυτότητας ή έκφρασης φύλου. Η ταύτιση αυτών των δύο διαφορετικών συνθηκών, ακόμη και από τμήματα της προοδευτικής διανόησης ή από θεσμικούς φορείς, ούτε στην καταπολέμηση του trafficking βοηθάει ούτε στη νομική και κοινωνική αναγνώριση των εργατών/τριών του σεξ.
Το 7% δεν χρησιμοποιεί πάντα προφυλακτικό. Σε ποσοστό 86%, έχει τύχει να τους ζητήσει ο πελάτης να κάνουν σεξ χωρίς προφυλακτικό.
Σε άλλο σημείο της έρευνας, οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν για τη συχνότητα με την οποία συνήθιζαν να φορούν προφυλακτικό, όταν προσέφεραν τις υπηρεσίες τους σε πελάτες. Το 93% απάντησε κατηγορηματικά πως χρησιμοποιεί προφυλακτικό κάθε φορά. Αντίθετα, το 7% δεν χρησιμοποιεί πάντα προφυλακτικό. Κάποιες ή αρκετές, φορές παρέχουν υπηρεσίες σεξ χωρίς ασφάλεια. Σε ποσοστό 86%, έχει τύχει να τους ζητήσει ο πελάτης να κάνουν σεξ χωρίς προφυλακτικό. Αντίθετα, στο 14% των ερωτηθέντων δεν έχει συμβεί κάτι τέτοιο. Οι οριακά περισσότεροι από τους ερωτηθέντες, σε ποσοστό 51%, δήλωσαν πως σε περίπτωση που ο πελάτης τους ζητούσε να κάνουν σεξ χωρίς προφυλακτικό, αυτοί θα αρνούνταν να κάνουν σεξ μαζί του. Το 47% δήλωσαν πως θα έλεγαν ρητά πως δεν έρχονται σε σεξουαλική επαφή χωρίς προφυλακτικό και εφόσον το καταλάβαινε ο πελάτης θα έκαναν με προφυλακτικό. Το 18% δήλωσαν πως θα έμπαιναν στη διαδικασία να το συζητήσουν με τον πελάτη, έτσι ώστε να καταλάβει ότι πρέπει να χρησιμοποιήσουν προφυλακτικό. Το 16% δήλωσαν ότι κάνουν μόνο στοματικό έρωτα στον πελάτη χωρίς τη χρήση προφυλακτικού. Το 7% των ερωτηθέντων θα το δεχόταν, αλλά θα ζητούσε περισσότερα χρήματα, ενώ επίσης το 7% θα έκανε μόνο αυνανισμό στον πελάτη.
«Παρατήρησα πως αρκετοί internet escorts της παρούσας έρευνας, ενημερώνουν, εξηγούν και ίσως ευαισθητοποιούν στους πελάτες τους για την απαραίτητή χρήση του προφυλακτικού. Το στοιχείο αυτό συνάδει με άλλες διεθνείς μελέτες (Parsons + Co) που καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι εκδιδόμενοι ενεργούν σαν εκπαιδευτές του σεξ στους πελάτες τους, σε ζητήματα ασφαλούς σεξ. Αντίθετα, οι πελάτες είναι εκείνοι που ζητούν και ίσως επιμένουν να έρθουν σε σεξουαλική επαφή χωρίς προφυλακτικό. Κατά συνέπεια, οι πελάτες προφανώς είναι η ομάδα ατόμων η οποία έχει τη μεγαλύτερη ανάγκη εκπαίδευσης για ασφαλέστερο σεξ. Οι εργαζόμενοι του σεξ που προσεγγίζουν πελάτες μέσω των αγγελιών τους στο Διαδίκτυο, φαίνεται ότι προσπαθούν να καταστήσουν τη χρήση προφυλακτικού ως ένα φυσιολογικό κομμάτι της ίδιας της εργασίας του σεξ, με την έννοια ότι οι άνδρες αυτοί έθεσαν ένα όριο στη σχέση μεταξύ εργαζομένου και πελάτη, συμβάλλοντας στο να έχουν οι σεξουαλικές αυτές συνευρέσεις αποκλειστικά επαγγελματικό χαρακτήρα. Αυτή η «επαγγελματική διαμόρφωση», νομίζω ότι όχι μόνο καθιερώνει τη χρήση προφυλακτικού, αλλά και δίνει στους εργαζόμενους του σεξ μια χροιά επαγγελματισμού», σχολιάζει ο Λάμπρος Αραπάκος.
Η οικονομική κρίση και το σεξ
Για τον παράγοντα «οικονομική κρίση» δεν υπάρχουν σαφείς συσχετίσεις, μόνο ορισμένες ενδείξεις. Οι συμμετέχοντες, σε ποσοστό 38%, δήλωσαν πως η οικονομική τους κατάσταση, όταν ήταν ανήλικοι, ήταν καλή, ενώ μάλιστα το 21% τη χαρακτήρισε ως πολύ καλή. Το 27% των συμμετεχόντων δήλωσαν πως είχαν μία μέτρια οικονομική κατάσταση, ενώ 5% κακή και 9% πολύ κακή. Όσον αφορά την προσωπική οικονομική κατάσταση των ερωτώμενων κατά τη στιγμή της έρευνας, αυτή εμφανίζεται ελαφρώς χειρότερη, από αυτή που βίωσαν κατά τα ανήλικα χρόνια τους. Η πλειοψηφία των εκδιδόμενων ανδρών, σε ποσοστό 35%, χαρακτήρισαν την οικονομική τους κατάσταση ως μέτρια. Το 23% δήλωσε πως η οικονομική του κατάσταση ήταν πολύ καλή και το 26% καλή. Αντίθετα, το 14% χαρακτήρισε την οικονομική του κατάσταση ως κακή, ενώ μόλις το 2% δήλωσε πως βίωνε μία πολύ κακή οικονομική κατάσταση. Το γεγονός ότι εμφανίζεται η σημερινή οικονομική κατάσταση τους ελαφρώς χειρότερη, σε σχέση με τα ανήλικά τους χρόνια, ίσως να σχετίζεται με την οικονομική κρίση που εδώ και επτά χρόνια έχει επηρεάσει τις ζωές όλων μας. Επίσης, η αύξηση των αγγελιών που αναζητούν πελάτες στο διαδίκτυο ενδεχομένως να αντικατοπτρίζει ένα αυξανόμενο ρεύμα νέων ανδρών που σε συνθήκες οικονομικής δυσπραγίας στρέφεται επαγγελματικά προς τη σεξουαλική εργασία.
Μεγάλο ενδιαφέρον έχει ο πληθυσμός στον οποίο παρέχουν υπηρεσίες. Μόλις το 11% των συμμετεχόντων δεν παρέχει υπηρεσίες σεξ σε άνδρες ποτέ. Αντίθετα, παρέχει υπηρεσίες σεξ σε άνδρες τις περισσότερες φορές το 51% του δείγματος. Το 12% του δείγματος παρέχει υπηρεσίες σε άνδρες κάθε φορά, το 9% σπάνια, ενώ το 18% μερικές φορές. Μικρότερη παρατηρείται η συχνότητα με την οποία παρέχουν οι συμμετέχοντες υπηρεσίες σεξ σε γυναίκες: Το 19% δεν παρέχει υπηρεσίες σε γυναίκες ποτέ, το 32% σπάνια, ενώ το 32% μόνο μερικές φορές. Αντίθετα, το 11% παρέχει τις περισσότερες φορές τις υπηρεσίες του σε γυναίκες και μόλις το 7% παρέχει τις υπηρεσίες του μόνο σε γυναίκες Ένας στους τρεις συμμετέχοντες (33%) απάντησε πως είτε σπάνια είτε κάποιες φορές παρέχει τις υπηρεσίες του και σε διεμφυλικά άτομα (trans). Το 18% των συμμετεχόντων δήλωσε επίσης πως δεν είχε παρέχει ποτέ τις υπηρεσίες του σε ετερόφυλα ζευγάρια. Αντίθετα, το 32% δήλωσε πως το πράττει σπάνια και το 44% μερικές φορές.
Οι internet male escorts δεν ανταποκρίνονται στις στερεοτυπικές απεικονίσεις των ανδρών που εργάζονται στο σεξ.
Παρότι, όμως, η πλειονότητα των internet male escorts παρέχουν υπηρεσίες σε άνδρες, όταν τους ζητήθηκε να αυτοπροσδιοριστούν σεξουαλικά, σε ποσοστό 42% δήλωσαν ετεροφυλόφιλοι, 26% ομοφυλόφιλοι και 24%αμφιφυλόφιλοι. Το εύρημα αυτό έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τα ευρήματα άλλων ερευνών στο εξωτερικό: Για παράδειγμα, οι συμμετέχοντες που εκδίδονται προσεγγίζοντας πελάτες μέσω αγγελιών στον Τύπο, αλλά και το Ίντερνετ αυτοπροσδιορίζονται κυρίως ως ομοφυλόφιλοι, ενώ οι δύο στους δέκα ως αμφιφυλόφιλοι στην έρευνα Parsons + Co, του 2004. Σε άλλη έρευνα που έλαβε χώρα στις Ηνωμένες πολιτείες της Αμερικής (Mimiaga et al., 2008), οι εκδιδόμενοι στο Διαδίκτυο αυτοπροσδιορίζονται συχνότερα ως ομοφυλόφιλοι, σε σχέση με τους εργαζόμενους του σεξ στο δρόμο. «Ίσως οι εκδιδόμενοι άνδρες που ζουν στη χώρα μας να εσωτερικεύουν τις αρνητικές απόψεις και τα στερεότυπα της κοινωνίας για τη σεξουαλικότητα και κατά συνέπεια να μην αποδέχονται τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό. Πιθανώς λόγω των πολιτισμικών αλλά κοινωνικών πεποιθήσεων, αντιμετωπίζουν την ομοφυλοφιλία ως κάτι «λάθος» και «άρρωστο» ή ως δείγμα κατωτερότητας. Φαίνεται ότι εκλογικεύουν το γεγονός ότι κάνουν σεξ με άνδρες με αμοιβή, εξηγώντας ότι πρόκειται για «δουλειά» και διαχωρίζουν έντονα την προσωπική ερωτική τους ζωή (στην οποία κάνουν σεξ με γυναίκες) με την επαγγελματική», επισημαίνει ο Λάπρος Αραπάκος.
Οι περισσότεροι υπογραμμίζουν ότι μεγάλωσαν σ’ ένα παραδοσιακό οικογενειακό περιβάλλον, με δύο γονείς και διατηρούν καλές σχέσεις με την οικογένειά τους. Ως προς τη χρήση ναρκωτικών, το 91% ανέφερε πως δεν έχει κάνει ποτέ χρήση πριν από ή κατά τη διάρκεια της δουλειάς, υποστηρίζοντας ότι τα ναρκωτικά δεν αποτελούν συστατικό κομμάτι της εργασίας τους. Μόλις το 7% των συμμετεχόντων διαθέτει πιστοποιητικό άσκησης επαγγέλματος εκδιδομένων με αμοιβή προσώπων. Το ποσοστό αυτό είναι απολύτως λογικό, αν σκεφτεί κανείς ότι το κανονιστικό πλαίσιο για τη σεξουαλική εργασία στη χώρα μας με το νόμο 2734/1999 είναι τόσο αυστηρό και περιοριστικό, που -επί της ουσίας- καθιστά απαγορευτική τη νόμιμη σεξουαλική εργασία, εντείνοντας την περιθωριοποίηση αυτού του πληθυσμού.
Ανακεφαλαιώνοντας, η έρευνα δείχνει ότι οι internet male escorts δεν ανταποκρίνονται στις στερεοτυπικές απεικονίσεις των ανδρών που εργάζονται στο σεξ. Οι περισσότεροι είναι μορφωμένοι, δεν προέρχονται από επιβαρυμένα ή κακοποιητικά οικογενειακά περιβάλλοντα, δεν αντιλαμβάνονται ως περιστασιακή την εργασία τους, δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα εξάρτησης από τα ναρκωτικά, χρησιμοποιούν προφυλακτικό, κάποιοι νιώθουν ευχαρίστηση για την επαγγελματική τους δραστηριότητα, αλλά ίσως διακατέχονται από αναστολές για τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό. Τα ευρήματα διαφέρουν αρκετά από τα στοιχεία του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων που αφορούν τους εκδιδόμενους άνδρες στον δρόμο, σε μπαρ, σινεμά ή σάουνες. Αυτή η κατηγορία αποτελείται κυρίως από μετανάστες χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα, που βρίσκονται σε δυσχερή οικονομική κατάσταση, αντιμέτωποι με ρατσιστικές συμπεριφορές και διώξεις, προσφέρουν τις υπηρεσίες τους κυρίως σε Έλληνες, καταφεύγουν στη σεξουαλική εργασία, για να εξασφαλίσουν γρήγορα ένα εισόδημα και έχουν περιορισμένη γνώση σε θέματα πρόληψης σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων. Αυτοί οι άνδρες είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι σε συμπεριφορές υψηλού κινδύνου που, σε συνδυασμό με την ανυπαρξία ενός υποστηρικτικού δικτύου και τον πολλαπλό στιγματισμό τους ως εκδιδόμενοι ομοφυλόφιλοι ή/και μετανάστες, τους εξωθεί στην κοινωνική απομόνωση υπό τη διαρκή απειλή της διαπόμπευσης.
Η έρευνα του Λάμπρου Αραπάκου παρουσιάζεται σε μια καίρια στιγμή, όπου η συζήτηση για τη σεξουαλική εργασία έχει ανοίξει με αμηχανία εντός του κινήματος ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μας υπενθυμίζει μια θεμελιώδη αρχή του ανθρωπισμού: ότι πρέπει να ακούσουμε την αλήθεια που αρθρώνουν τα ίδια τα υποκείμενα για τον εαυτό τους και όχι να αντικαταστήσουμε τον δικό τους λόγο μ’ έναν δικό μας, που οδηγεί τελικά στη θυματοποίησή τους. Μ’ αυτήν την έννοια η διαρκής υπόμνηση των εργατών /τριών του σεξ ότι η εργασία στο σεξ είναι εργασία και άρα χρειάζεται να εξισωθεί με τις υπόλοιπες επαγγελματικές δραστηριότητες, χωρίς να επιτρέπονται στο εσωτερικό της φαινόμενα βίας και εκμετάλλευσης, πρέπει να ακουστεί.
Η εργασία δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο Vice
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου