Εμείς οι παπάδες έχουμε πολλές νευρώσεις σχετικά με τον ερωτισμό. [...]
Πιστεύω ότι οι αυστηρότεροι από εμάς τους κληρικούς στα θέματα της σεξουαλικής ηθικής είναι είτε πιο νευρωτικοί σε σχέση με τον ερωτισμό είτε κρύβουν τα περισσότερα και θέλουν να έχουν ένα άλλοθι.
Εμφανίζονται δηλαδή αυστηροί για να μην επιτρέψουν στον απλό άνθρωπο να σκεφθεί πως αυτοί μπορεί να έχουν μια έντονη προσωπική ζωή, σχετική με αυτό που εξίσου έντονα καταδικάζουν…
Λόγια του Φιλόθεου Φάρου, κληρικού που έχει σπουδάσει και διδάξει ποιμαντική ψυχολογία. Και που τον χρησιμοποιώ, ομολογώ, σαν ασπίδα, γιατί αν τα γράψουμε εμείς αυτά (και όχι μόνο για τους παπάδες, εννοείται), όσο κι αν αποτελούν στοιχειώδεις γνώσεις της ψυχολογίας, για να μην πω και της πιο κοινής εμπειρικής προσέγγισης, όλο και κάποια αγωγή μπορεί να καταφτάσει.
Να θυμηθούμε μόνο, ξεφεύγοντας από τις… σόκιν συνυποδηλώσεις των λόγων του Φ.Φ., και μια και βρισκόμαστε στα χωράφια της ψυχολογίας, πως αυτό το φαινόμενο, του «παραβατικού» που γίνεται αμείλικτος διώκτης των άλλων, συγγενεύει με τη λεγόμενη «υπεραναπλήρωση», όπου λ.χ. κάποιος που (θεωρεί ότι) μειονεκτεί σ’ ένα σημείο επιχειρεί να το διορθώσει με το απολύτως αντίθετό του.
Ετσι, ένας ιερωμένος φερειπείν με ψιλή φωνή μπορεί να μιλάει με βροντώδη στόμφο, ή να ’χει «στριμμένο αγκάθα το μουστάκι του», ή ένας ροδομάγουλος δικηγόρος να πουλάει βαρύ αντριλίκι, μοιράζοντας μπινελίκια κι απειλές (και αγωγές, ας πούμε χάριν ομοιοκαταληξίας).
Δεν τίθεται βεβαίως θέμα υπεραναπλήρωσης όταν έχουμε να κάνουμε με πολύτεκνους, που η παραγωγικότητά τους τούς βάζει αυτομάτως στο απυρόβλητο. Και από την προνομιακή αυτή θέση, σαν ειδήμονες εξάλλου στο θέμα οικογένεια-παιδιά, μπορούν να έχουν λόγο στο σύμφωνο συμβίωσης και τα συναφή, όπως η ομοφυλοφιλία. Εξέδωσε λοιπόν ανακοίνωση η Ανώτατη Συνομοσπονδία Πολυτέκνων Ελλάδος, που καταλήγει ως εξής:«Με το νομοσχέδιο αυτό ολοκληρώνεται θεσμικά από το Ελληνικό Κοινοβούλιο η ανατροπή της ανθρώπινης οντολογίας και φυσιολογίας, φαλκιδεύεται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και απενοχοποιείται η παράχρηση των σωματικών οργάνων του ανθρώπινου είδους και επιχειρείται να μεταβληθεί ο εν τιμή δημιουργηθείς άνθρωπος σε βοσκηματώδη ύπαρξη» (υπογράμμισα εγώ).
Οχι μόνο πολύτεκνοι, μα και πολυμαθείς: στον αέρα την άρπαξαν την πιο πρόσφατη ελληνικούρα του Ζουράρι, όταν μίλησε για τους «βοσκηματώδεις της ασυνεχείας», ενώ στα δάχτυλα την παίζουν τη ρητορική του αγίου Πειραιώς, που ακάματος, σε αλλεπάλληλες πύρινες εγκυκλίους, στηλιτεύει την «ανατροπή της ανθρώπινης οντολογίας και φυσιολογίας» (έτσι και στην τελευταία εγκύκλιό του) και πιο πολύ την «παράχρηση» των σωματικών οργάνων, π.χ. «τον σωλήνα αποβολής των ανθρώπινων περιττωμάτων» που χρησιμοποιείται σαν όργανο ηδονής κτλ.
Αλλά πάλι λερωθήκαμε…
Ο Γεωργουσόπουλος τιμά τον Λούκο
Ο έπαινος για τον Γιώργο Λούκο προέρχεται πιο πολύ από τους εχθρούς του παρά από τους ευγνώμονες αποδέκτες του έργου του.
Περιφανέστατο παράδειγμα, ο Κώστας Γεωργουσόπουλος, που γράφει στα Νέα (19/12) για την «τελείως αστήρικτη μυθοποίηση ενός κυρίου που ήρθε από το πουθενά», «ουρανοκατέβατος», «ένας αποτυχημένος έλληνας χορευτής που ξενιτεύτηκε 18 χρόνων και εξελίχτηκε σε μάνατζερ [!] ενός [!!] μπαλέτου στη Λυών», ένας μη «φιλέλλην», άρα μισέλλην!
Τόσο αρκεί, τόσα αρκούν, αν δεν είναι κιόλας περιττά για όσους ξέρουν τον κ. Γεωργουσόπουλο, το ήθος και τα έργα του.
Αυτήν τη φορά μας ενδιαφέρει ο υπόρρητος κι όμως κινητήριος, θα έλεγα, λόγος του μένους του κατά του Λούκου, που είναι ότι, με τον αποκλεισμό των τακτικών θαμώνων του φεστιβάλ, κυρίως της Επιδαύρου, χάθηκε το «μεταφραστικό μονοπώλιό» του, έκλεισε δηλαδή η μεγάλη αγορά για τις μεταφράσεις του, εκεί που άλλοτε παίζονταν τρεις και τέσσερις ταυτόχρονα.
Οσο για το επίπεδο των μεταφράσεων του κ. Γεωργουσόπουλου («τις τραγικές μου μεταφράσεις» όπως ο ίδιος έγραψε κάποτε, σε χωλά ελληνικά μα κι από μιαν άποψη, λέω εγώ, αυτοκριτικά!) δεν μπορεί να γίνει λόγος τώρα εδώ.Παραπέμπω όμως στη διεξοδική κριτική ενός δεινού φιλολόγου, που με το ψευδώνυμο Τιπούκειτος εξετάζει ενδεικτικά αλλά διεξοδικά 20 στίχους από τον Αγαμέμνονα (http://tinyurl.com/jq3z9j7)· εκεί όπου ο Απόλλων γίνεται Παιάνας, μια θυσία που δεν συνοδεύεται από μουσική γίνεται «ανόσια», και η μνάμων (= η μνήμων) μήνις, η οργή που δεν ξεχνά, που αγρυπνά (ώστε να εκδικηθεί), γίνεται «οργή μακρόθυμη», κάτι που εξ ορισμού δεν θα μπορούσε να ’ναι! Και άλλα, πιο θηριώδη, για άλλη, μακάρι, φορά. (Αξίζει να σημειωθεί το εκπληκτικό το οποίο έχει διατυπώσει ο κ. Γεωργουσόπουλος, ότι σε κάθε του μετάφραση αφήνει σκόπιμα κι από ’να λάθος, παγίδα για όποιον επιχειρήσει να τον αντιγράψει! Φαίνεται όμως ότι στην πραγματικότητα «αφήνει» τόσα λάθη, ώστε να μη μείνει ούτε ένας παραπονεμένος!)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου