Μπαίνω ένα βράδυ τις προάλλες σε ταξί.
Ο ταξιτζής, που άκουγε αθλητικά, ρωτάει γυρνώντας να με κοιτάξει «Για που φίλε;» και βλέποντας ότι έχω στη μούρη μου, πιθανότατα περισσότερο μακιγιάζ από όλες τις πελάτισσες που θα είχε πάρει όλη μέρα ταυτοχρόνως, ζητάει συγνώμη και με ρωτάει μήπως θέλω να μου απευθύνεται στο θυλικό.
Συνεχίσαμε την κούρσα με τα αθλητικα στο ραδιόφωνο χαμηλωμένα και μια ανέλπιστα όμορφη κουβέντα περι «φίλου», φίλης και φύλων.
Ήθελα απλά να τον αγκαλιάσω, αλλά είπα να μην πιέσω την τύχη μου.
Και την επομένη, με πετυχαίνει η 70χρονη γειτόνισσα. Με σταματάει:
– Έχεις βαμμένα τα μάτια σου;
– Ναι – Να σε ρωτήσω κάτι; Είσαι γκέι;
– Είμαι, ναι.
– Έτσι ρώτησα παιδί μου, δεν το είπα για κακό. Αυτά δεν τα διαλέγεις έτσι κι αλλιώς. Εγώ χάρηκα και με το σύμφωνο. Εσύ έχεις σύντροφο;
– Όχι, δεν έχω.
– Να, εγώ αν ήσουνα παιδί μου, μόνο γι’ αυτό θα στεναχωριόμουν. Που δεν έχεις κάποιον.
Αυτή, δεν κρατήθηκα, την αγκάλιασα.
Γιατί τελικα η ανθρωπιά, δεν είναι ούτε θέμα μόρφωσης, ούτε δουλειάς, ούτε ηλικίας, ούτε λοιπών στερεοτύπων. Είναι στον άνθρωπο. Και κάπως έτσι, την ώρα που για κάποιους «δικούς σου» το έχεις παρακάνει με το πουστριλίκι για να μπορούν να συνεχίσουν να σε βλέπουν και να σου φέρονται το ίδιο και σου τραβάνε την ψευτοαποδοχή τους σαν χαλί κάτω απ’ τα πόδια, βρίσκεις λίγη ελπίδα και μια αγκαλιά στην απροσδόκητη καλοσύνη των ξένων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου