Menu

Τρίτη 12 Ιουνίου 2018

Πώς βιώνουν οι LGBT μαθητές το σχολείο στην Ελλάδα

Αρνητικά σχόλια, λεκτική ή σωματική παρενόχληση, ακόμη και βία ή σεξουαλική παρενόχληση περιλαμβάνει η καθημερινότητα των ΛΟΑΤΚ έφηβων μαθητών στην χώρα μας, όπως κατέγραψε η πρώτη Πανελλαδική Έρευνα για το Σχολικό Κλίμα, που διεξήγαγε η κοινότητα LGBTQ νέων Αθήνας, Colour Youth.
Η πληθώρα των περιστατικών που κατεγράφησαν μέσω του προγράμματος “Πες το σε μας” της Colour Youth, το οποίο καταγράφει τα περιστατικά βίας και διακρίσεων με βάση τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα ή την έκφραση φύλου, αλλά και οι εμπειρίες των νέων παιδιών που, προσεγγίζοντας την οργάνωση, μίλησαν για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στο σχολικό περιβάλλον, κατέστησαν προφανή την ανάγκη για την διεξαγωγή της συγκεκριμένης έρευνας, εξήγησε στο News 24/7 η υπεύθυνη, ψυχολόγος, κα Χρυσούλα Ηλιοπούλου.
Ρίχνοντας μια ματιά στα κυριότερα ευρήματα της έρευνας, στην οποία συμμετείχαν ΛΟΑΤΚ παιδιά από όλη την Ελλάδα, εύκολα επιβεβαιώνει κανείς κάτι που ήδη γνωρίζουμε μέσα από την καθημερινότητά μας: λέξεις που περιγράφουν σεξουαλικούς προσανατολισμούς ή ταυτότητες φύλου που διαφέρουν από τις καθιερωμένες, χρησιμοποιούνται με αρνητική χροιά. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι το 84,9% των συμμετεχόντων ακούει την λέξη “γκέι” να χρησιμοποιείται με αρνητικό τρόπο, ενώ και η χρήση άλλων λέξεων που αφορούν στον μη ετερόφυλο σεξουαλικό προσανατολισμό(πχ λεσβία) φέρει σχεδόν πάντα αρνητικό πρόσημο.
Τα αρνητικά σχόλια, επίσης, που αφορούν την έκφραση φύλου φαίνεται να είναι ένα ολοκληρωτικό, σχεδόν, φαινόμενο με το 96% να αναφέρει ότι έχει ακούσει σχόλια για “μαθητές που δεν συμπεριφέρονται με αρκετά αντρικό τρόπο”, ποσοστό που, αντίστοιχα, για μη αρκετά γυναικείες συμπεριφορές φτάνει το 86,6%. Τρανσφοβικά σχόλια και χαρακτηρισμοί, όπως “τραβέλι” ή “τραβεστί” φαίνεται πως ακούγονται επίσης πάρα πολύ συχνά στα ελληνικά σχολεία με το 74,4% των μαθητών να έχει υπάρξει μάρτυρας τέτοιων σχολίων.
Οι λέξεις και οι εκφράσεις αυτές χρησιμοποιούνται για να προσβάλλουν κάποιον, ανεξάρτητα του σεξουαλικού του προσανατολισμού ή της ταυτότητας φύλου. Εύλογα λοιπόν αναρωτιέται κανείς με ποιον τρόπο, τα ΛΟΑΤΚΙ παιδιά εισπράττουν αυτού του είδους τα σχόλια, είτε είναι τα ίδια αποδέκτες, είτε όχι. “Οι ίδιες οι λέξεις”, μας λέει η Χρυσούλα Ηλιοπούλου, “αποκτούν έναν πολύ προσβλητικό χαρακτήρα. Αυτό σημαίνει ότι ένα παιδί που τις ακούει επανειλημμένα, κακοποιείται λεκτικά, έστω και έμμεσα, σε καθημερινή βάση”.
Και μέσα σε αυτό, το ήδη τοξικό περιβάλλον, έρχονται να προστεθούν τα κρούσματα σωματικής βίας και σεξουαλικής παρενόχλησης: ένα στα τρία παιδιά έχει πέσει θύμα σωματικής βίας ή παρενόχλησης με αφορμή τον σεξουαλικό του προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου, ενώ αντίστοιχο ποσοστό έχει υποστεί σεξουαλική παρενόχληση.
“Μέσα σε αυτό το εχθρικό περιβάλλον, ακόμη και αν δεν είναι τα ίδια άμεσοι δέκτες bullying ή επιθέσεων, βλέπουν την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, από την οποία εκλαμβάνουν, όχι απλά ότι διαφέρουν, αλλά ότι είναι ‘πιο κάτω’ σε σχέση με τους άλλους”, υπογραμμίζει η κα Εύα Σπίνου, ψυχολόγος, εξειδικευμένη σε θέματα σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου και συντονίστρια της ομάδα υποστήριξης κι ενδυνάμωσης γονέων με ΛΟΑΤΚΙ παιδιά, “Υπερήφανοι γονείς”.
Έτσι, προσπαθώντας να ανταπεξέλθουν σε αυτή την πραγματικότητα, πολλά παιδιά μπαίνουν στη διαδικασία της υπεραναπλήρωσης. Πολλά LGBTQ παιδιά είναι άριστοι μαθητές/μαθήτριες (σύμφωνα με την έρευνα σχεδόν το 70% συγκεντρώνει βαθμολογίες άνω του 16), επιδιώκοντας να αναπληρώσουν αυτό το κομμάτι της ταυτότητας που θεωρείται κατώτερο. “Αν το μάθουν οι άλλοι γύρω μου, θα με απορρίψουν ή θα με χλευάσουν ή αν το μάθουν οι γονείς μου θα στεναχωρηθούν. Προσπαθώ, λοιπόν, να το αφήσω στην άκρη και να κάνω μία υπερπροσπάθεια για να φανεί ότι είμαι πάρα πολύ καλός, πάρα πολύ ικανός, πάρα πολύ άξιος. Αυτό είναι το κομμάτι της υπεραναπλήρωσης. Και αυτό είναι το καλό σενάριο”, αναφέρει η Εύα Σπίνου για να προσθέσει: “Αν μπορούμε να το δούμε έτσι”.
Φυσικά θα ήταν υπεραπλούστευση, αν όχι σοβαρό λάθος, να πούμε ότι οι καλές σχολικές επιδόσεις των ΛΟΑΤΚ εφήβων, οφείλονται αποκλειστικά στο φαινόμενο της υπεραναπλήρωσης.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχει το ενδεχόμενο το παιδί, αντιλαμβανόμενο τι συμβαίνει γύρω του, στην κοινωνία ή στην οικογένειά του και ποια είναι η εικόνα που έχουν για αυτό που είναι, να εσωτερικεύσει όλη αυτή την κατάσταση με σημαντικά σε βάρος του αποτελέσματα. Πάρα πολύ χαμηλή αυτοεκτίμηση, απέχθεια για τον εαυτό του, αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές, κατάχρηση ουσιών, αυτοκτονικές τάσεις.
Ποια είναι όμως η θέση των καθηγητών και πώς ανταποκρίνονται σε αυτή την κατάσταση; Σύμφωνα με τα παιδιά που συμμετείχαν στην έρευνα, περισσότερες από τις μισές φορές που ακούστηκαν τέτοιου είδους προσβλητικά σχόλια, ήταν παρουσία καθηγητών, οι οποίοι μία στις τρεις φορές δεν αντέδρασαν καθόλου. “Η παθητικότητα αυτή, στα παιδιά, φαίνεται σαν να επιβεβαιώνει ότι αυτό που ακούγεται είναι σωστό”, τονίζει η κ. Ηλιοπούλου και προσθέτει πως αυτό δίνει στα παιδιά την εντύπωση πως έχουν άδικο τα ίδια και, ουσιαστικά, οι χαρακτηρισμοί, είναι “εντάξει”.
Επιπλέον, κάνει τα παιδιά να αισθάνονται πως οι καθηγητές δεν μπορούν να τα προστατεύσουν και ως εκ τούτου, τα οδηγεί να μην αναφέρουν σε αυτούς περιστατικά βίας ή παρενόχλησης.
Η στάση αυτή των καθηγητών οφείλεται εν πολλοίς στην απουσία σχετικής κατάρτισης και επιμόρφωσης, αλλά και στο γεγονός ότι τα συγκεκριμένα θέματα, αποτελούν ακόμη ζητήματα ταμπού, λέει η κ. Σπίνου. “Και δεν μιλάω μόνο για την ομοφυλοφιλία και την τρανς ταυτότητα φύλου, μιλάω γενικά για θέματα σεξουαλικής αγωγής, πώς να διαχειρίζονται τέτοια θέματα. Γιατί πουθενά κατά την διάρκεια της εκπαίδευσής τους δεν υπάρχει ενημέρωση και επιμόρφωση για τέτοια θέματα”.
“Ακόμη και όταν έχουν όλη την καλή διάθεση να βοηθήσουν και να υποστηρίξουν, αλλά δεν έχουν κάποια βάση, δεν ξέρουν τι να πουν και πώς να το πουν, καθώς δεν έχουν εκπαιδευτεί πάνω σε αυτό. Δε γνωρίζουν ακόμη και τα βασικά, όσο καλή πρόθεση και να έχουν”, προσθέτει, δείχνοντας ως ένα από τα υποχρεωτικά στάδια για την βελτίωση του σχολικού κλίματος για τους LGBT μαθητές και μαθήτριες την επιμόρφωση των καθηγητών.
Αυτή περιλαμβάνεται και στις προτάσεις της ομάδας της Colour Youth, που διεξήγαγε την έρευνα. Οι προτάσεις αυτές ξεκινούν από την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, την κατάρτισή τους μέσω σεμιναρίων εφόσον έχουν αποφοιτήσει αλλά, ακόμη σημαντικότερα, και κατά την διάρκεια των σπουδών τους.
Ένα επίσης πολύ σημαντικό έλλειμμα, στο οποίο συμφωνούν οι ειδικοί, είναι εκείνο της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης. Όπως ανέφεραν τόσο η κ. Ηλιοπούλου, όσο και η κ. Σπίνου, σχετικές προσπάθειες στο παρελθόν ναυάγησαν, με αποτέλεσμα, με την πάροδο των χρόνων, να καθίσταται όλο και πιο πιεστική η αναγκαιότητα αυτή.
Όπως εξηγεί η κ. Ηλιοπούλου, η σεξουαλική εκπαίδευση πρέπει να μπει στα σχολεία, ούτως ώστε τα παιδιά να αρχίσουν να συνειδητοποιούν ότι πρώτα η σεξουαλικότητα και η σεξουαλική δραστηριότητα είναι ένα πολύ φυσιολογικό κομμάτι της ζωή και επίσης να είναι σε θέση να γνωρίζουν ότι η διαφορετικότητα υπάρχει. “Αν επιμένουμε να βγάζουμε τους ανθρώπους που δεν μοιάζουν με εμάς, ‘έξω’ από το ανθρώπινο είδος, μαθαίνουμε στα παιδιά ότι η διαφορετικότητα είναι κάτι κακό”, αναφέρει. “Αυτή τη στιγμή διαιωνίζουμε μία προσέγγιση παθολογίας στη διαφορετικότητα”.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου