Menu

Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου 2018

Τάκης Ζαχαράτος: «Η διαφορετικότητα είναι ευλογία»

Μπαίνοντας κανείς στο καμαρίνι του Τάκη Ζαχαράτου, βλέπει λαμπερά κοστούμια, μια γιγαντιαία φωτογραφία της Αλίκης Βουγιουκλάκη αλλά και θρησκευτικές εικόνες, λιβανιστήρι και αγιασμό. Με χαρακτήρα πολύπλευρο, πότε αφήνει την αστεία του πλευρά να κυριαρχήσει και πότε γίνεται σοβαρός.
Με αφορμή το μιούζικαλ «Καμπαρέ» στο Θέατρο Παλλάς, όπου και πρωταγωνιστεί, το Tvxs.gr «τρύπωσε» πίσω από το θεατρικό σανίδι, για μια συνέντευξη με έναν από τους πιο αγαπητούς ηθοποιούς του ελληνικού κοινού.
Βερολίνο, 1931. Στη σκιά του ναζισμού ένα υπόγειο Καμπαρέ κινείται στους ρυθμούς της νύχτας. Ο Κομπέρ, ο παρουσιαστής του, που ερμηνεύετε εσείς, σχολιάζει, καυτηριάζει και διασκεδάζει ανθρώπινες ιστορίες και κοινωνικό περιβάλλον. Τι «βλέπει», τι καταλαβαίνει, τι τον ενθουσιάζει και τι τον απογοητεύει μέσα σε αυτά; 
Ο Κομπέρ είναι ουσιαστικά μια κάμερα. Είναι μια κάμερα που φωτίζει, αφουγκράζεται, εκπέμπει. Είναι ακριβώς ό,τι κάνει η κινηματογραφική μηχανή. Είναι το φιλμ, η μηχανή προβολής, αλλά και το πανί. Το συγκλονιστικό με αυτό το ρόλο είναι ότι είναι όλοι οι ρόλοι του «Καμπαρέ». Με το σπουδαίο Σωτήρη Χατζάκη, με τον οποίο είναι μεγάλη τιμή να συνεργάζομαι, κάνοντας την ανάλυση του ρόλου, φτάσαμε στο σημείο να λέμε ότι αν ήταν σώμα το «Καμπαρέ», αυτό θα ήταν ο Κομπέρ και ένα όργανο αυτού του σώματος, η καρδιά, θα ήταν η Σάλι. Το κάθε όργανο γενικά είναι ένας ρόλος και ο Κομπέρ, το σώμα, εμπεριέχει όλους τους ρόλους. Δεν ξέρεις αν είναι άντρας, αν είναι γυναίκα, αν είναι κακός, αν είναι καλός. Νομίζω πως είναι όπως όλοι οι ρόλοι που καλούμαστε από τη ζωή να παίξουμε, γιατί έχουμε άπειρες πλευρές μέσα μας. Μέσα από τα μάτια του Κομπέρ καθρεφτίζεται η αγάπη, ο πόνος, η χαρά, η λύπη και αυτό είναι το γοητευτικό.
Αθήνα, 2018. Ναζί έχουμε; Καμπαρέ έχουμε; Τι άλλαξε και τι μοιάζει ίδιο στις μέρες και στις νύχτες μας; 
Νομίζω ότι πάντα υπάρχει μια σκιά. Δεν υπάρχει εποχή που να μην έχει φόβο και κάθε εποχή εμπεριέχει φόβο επειδή αλλάζουμε. Είναι πολύ φυσιολογικό όταν αλλάζουν τα πράγματα, αυτός ο φόβος που προκύπτει να φέρνει στην επιφάνεια τρομακτικά πράγματα, όπως και στο «Καμπαρέ». Βγαίνουν όμως και πολύ ερωτικά πράγματα, βγαίνουν πολύ απόλυτα πράγματα και βγαίνουν και  πολύ δημιουργικά πράγματα. Όπως τότε λοιπόν, το 1931, υπάρχει πάλι η Γερμανία που κυριαρχεί, υπάρχει ο φόβος για τις ανθρώπινες σχέσεις, ταυτόχρονα όμως υπάρχει και η επιθυμία του ανθρώπου να επιβιώσει, να ερωτευτεί, να αγαπηθεί, να σωθεί με οποιοδήποτε τρόπο, αλλά υπάρχει και η εικόνα. Γιατί και τότε στο «Καμπαρέ» πουλάνε μια εικόνα, ένα ψέμα. Ο Κομπέρ πουλάει ένα παραμύθι ότι «όλα είναι ωραία», είναι λίγο πολιτικός, όπως είναι οι πολιτικοί σήμερα. Πουλάει ωραία το προϊόν του για να επιζήσει. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι εκεί μέσα ζουν από αυτό, το «Καμπαρέ» είναι η τελευταία τους ελπίδα. Οπότε παραμένουμε στο «Λιμάνι της Αγωνίας», όπως και σήμερα.
Αν ήσασταν ο Κομπέρ σε ένα σύγχρονο Καμπαρέ τι θα σατιρίζατε, τι ιστορίες θα παρουσιάζατε και με τι μουσική και τραγούδια; 
Η συνεργασία μου με το Γιώργο Θεοφάνους στο Baraonda πήγε εξαιρετικά και αγαπήθηκε πολύ από το κοινό. Εκεί έκανα μια πρόβα στο επικοινωνιακό κομμάτι, καθώς είχα καιρό να εμφανιστώ σε ένα χώρο βράδυ. Εκεί τα τραγούδια μου ήταν πολιτικά, αστεία, λαϊκά, όλα. Πιστεύω ότι, επειδή ο Κομπέρ καθρεφτίζει, και στη δουλειά μου όταν κάνω σάτιρα είμαι ένας Κομπέρ του 2018, τα προγράμματά μου εμπεριέχουν τα πάντα. Με του φίλους μου γελάμε με τα CD: Μπορεί να είναι από Εντίθ Πιαφ μέχρι Γωγώ Τσαμπά και από Λάιζα Μινέλλι μέχρι Τάσο Μπουγά. Η ζωή είναι ένα καμπαρέ και στη φετινή παράσταση, ενώ όλοι ερχόμαστε από διαφορετικούς χώρους, συναντιόμαστε σε ένα καμπαρέ. Σε κάθε ασχήμια κρίβεται μια ομορφιά που πρέπει εσύ να ανακαλύψεις. Ζούμε σε μια εποχή ρατσισμού, βίας, όπως και τότε, που δεν δεχόμαστε τη διαφορετικότητα, ενώ ο Θεός μας έπλασε διαφορετικούς για να μη βαριόμαστε, για να εξερευνούμε, για να έχει η ζωή μας ενδιαφέρον.
Είναι το ελληνικό κοινό εξοικειωμένο με το μιούζικαλ; Σας αγχώνουν οι εντυπώσεις του ενόψει της πρεμιέρας, αλλά και κάθε φορά που ανεβαίνετε στο θεατρικό σανίδι;
Κάθε φορά τρέμω. Πέρυσι έτρεμα μαζί με τη Μαρινέλλα! Θεωρώ πολύ τιμητικό το ότι κάποιος ξεκινά από το σπίτι του, με επιλέγει σε δύσκολους είτε σε καλούς καιρούς οικονομικά και έχει ντυθεί και χτενιστεί από το μεσημέρι για όλο αυτό. Έχω έγνοια το κοινό μου γιατί αυτή είναι  η οικογένειά μου. Δεν έχω πελατειακή σχέση με το κοινό μου, ούτε όταν είχα κομμωτήριο δεν συνέβαινε αυτό! Έχω μεγάλη αγωνία τι θα παραδώσω στο τέλος και αν αυτό θα αρέσει και θεωρώ ότι ο κόσμος έχει επενδύσει στην εκάστοτε παράσταση. Οι ηθοποιοί είμαστε μετοχές. Τώρα σε σχέση με το ελληνικό κοινό, αυτό είναι ένα πολύ έξυπνο κοινό και αν γίνονται καλά μιούζικαλ όπου οι ηθοποιοί αντιλαμβάνονται ότι όντως παίζουν σε τέτοιο, τότε έχει καλώς. Εγώ προτιμώ να δίνω βήμα σε νέους ανθρώπους κι ας πάει σιγά σιγά το πράγμα, παρά σε ανθρώπους που θα έμπαιναν μόνο για την ταμπέλα και δεν θα έκαναν τη δουλειά τους.
Όταν μεταμορφώνεστε, απομακρύνεστε ή πλησιάζετε περισσότερο τον πραγματικό σας εαυτό; Ο Τάκης Ζαχαράτος όταν επιστρέφει στην πραγματική του ζωή διατηρεί τα κωμικά στοιχεία των ρόλων που ερμηνεύει την εκάστοτε χρονική περίοδο;
Ο Ανδρέας Βουτσινάς μου είχε πει κάποτε κάτι φανταστικό και το λέω πάντα: «Ο καλλιτέχνης χρειάζεται ψυχανάλυση για να μπορεί να μπαίνει μέσα στους χαρακτήρες, γιατί η ηθοποιία είναι σαν μια πτήση που πρέπει να έχει διάδρομο επιστροφής». Πάντα επιστρέφω, η βάση μου, το «Ελευθέριος Βενιζέλος» μου, είναι εδώ! Μπορείς να μπερδευτείς πάρα πολύ, να χάσεις τον εαυτό σου. Έτσι η άγκυρά μου πάντα παραμένει στην πραγματική ζωή. Χάνομαι μέσα στον άλλο (ρόλο), αλλά ξέρω που επιστρέφω. Θεωρώ δε τη μίμηση πολύ πιο δύσκολη από το να ερμηνεύεις ένα ρόλο. Σκέψου να κάνεις την Αλίκη Βουγιουκλάκη, τη Μελίνα Μερκούρη ή τον Τσίπρα. Εκεί ακροβατείς σε μια τρίχα γιατί όλα τα στοιχεία τους, ο ήχος τους, το βλέμμα τους έχουν καταγραφεί από το κοινό.
Έχετε καλλιτεχνικά «απωθημένα» αναφορικά με το έργο σας;  Θα αλλάζατε επίσης κάτι σε σχέση με αυτό αν γυρνούσατε το χρόνο πίσω;
Κάνω πρώτη φορά μιούζικαλ και με ενδιαφέρει πάρα πολύ. Μακάρι να μου δώσει ο Θεός υγεία και να κάνω κι άλλα μιούζικαλ. Απωθημένα δεν έχω, έχω κέφια! Θα ήθελα πολύ να γράψω θεατρικά έργα και να σκηνοθετήσω νέους ανθρώπους, αλλά όχι σαν απωθημένο. Δεν είμαι άνθρωπος των απωθημένων, είμαι άνθρωπος των αισθήσεων και των παραισθήσεων (γέλια)!
Είναι εύκολο στην Ελλάδα του σήμερα ένας άντρας να γίνει showman/performer, αλλά και να έχει μια καριέρα με διάρκεια στο χρόνο; 
Εξαρτάται από το ποιος είναι, από που έρχεται, τι μυαλό κουβαλάει, πόσο επεξεργάζεται το μέσα του και πως το προτείνει προς τα έξω. Όλοι είμαστε σαν πιάτα σε ένα εστιατόριο. Είναι από πορσελάνη; Πως τα σερβίρεις; Πότε και γιατί; Όλα αυτά είναι μια τέχνη που πρέπει να τη μάθουμε και από την άλλη είναι και τι κουβαλάς μέσα σου. Ο κάθε άνθρωπος κρύβει μέσα του ένα διαμάντι που πρέπει να ανακαλύψει. Οπότε πιστεύω πως το θέμα δεν είναι στο αν είσαι Κομπέρ, άντρας ή γυναίκα; Το θέμα είναι να επιτρέψεις στον εαυτό σου να «ανθίσει», να «αλιεύσει» και να «βρει» το διαμάντι του.
Πως κρίνετε τη στάση της ελληνικής εκκλησίας σε καθετί διαφορετικό; (γάμος ομοφυλοφίλων, έμφυλες ταυτότητες, κ.λπ)
Εγώ ξέρω ότι ο Χριστός είπε να αγαπάμε τους άλλους όπως τον εαυτό μας. Η εκκλησία κρατάει μια συντηρητική στάση. Και δεν μου αρέσει ο όρος εκκλησία γιατί έχω γνωρίσει πολύ κόσμο που ανήκει σε αυτή, αλλά δεν συμφωνεί με τα λεγόμενά της. Η ουσία δεν είναι στο αν είσαι άντρας ή γυναίκα, αλλά στο αν είσαι άνθρωπος. Την εκκλησία πρέπει να την ενδιαφέρει το να είμαστε καλοί άνθρωποι, όχι τα φύλα. Είναι πολύ πιο βαθύ και πολύ πιο ουσιαστικό. Είναι ευλογία που υπάρχει διαφορετικότητα. Πώς θα υπήρχε αλλιώς τέχνη; Ανωμαλία είναι να μη δέχεσαι αυτά που έπλασε ο Θεός.
Το σκάνδαλο σεξουαλικής παρενόχλησης στο Χόλιγουντ και το κίνημα MeToo σας προκάλεσε έκπληξη; Πως βλέπετε τις αντιδράσεις;
Η Marilyn Monroe είχε πει κάποτε: «Ευτυχώς που υπέγραψα το πρώτο μου συμβόλαιο, γιατί σταμάτησα να κάνω στοματικό σεξ στον κάθε παραγωγό». Αυτή κατάσταση υπήρχε για χρόνια και πάντα συνέβαινε στο Χόλιγουντ. Δεν ξέρω γιατί βγήκε τώρα στην επιφάνεια, αλλά σαφέστατα είμαι κάθετα ενάντιος σε ό, τι έχει να κάνει με αυτήν. Όταν το είπε αυτό το 1947-1948, δεν καταλαβαίνω γιατί βγήκε στην επιφάνεια τόσο μετά.
Θα βλέπατε τον εαυτό σας στο Χόλιγουντ;
Θα έπρεπε να ξέρω τέλεια τη γλώσσα, αλλά έτσι κι αλλιώς βλέπω τον εαυτό μου πιο πολύ στο θέατρο παρά στο σινεμά. Έχω κάνει ήδη με το σπουδαίο Μιχάλη Κακογιάννη, κάτι που δεν συμβαίνει στον καθένα συχνά, θα ήθελα να ξανακάνω, αλλά σίγουρα προτιμώ το θεατρικό σανίδι. Θέλω να μυρίζω το θεατρικό σανίδι!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου