Ενας πολυτάλαντος καλλιτέχνης είναι ο Γιώργος Καπουτζίδης: Γράφει, παίζει, παρουσιάζει, αυτοσχεδιάζει, κάνει τον κόσμο να γελά. Εχοντας καταφέρει να απαλλαγεί από το βάρος και το άγχος της επιτυχίας, ονειρεύεται αυτά που θα΄ρθουν.
«Μεγάλωσα στις Σέρρες. Είχα μια πολύ όμορφη παιδική ηλικία, παιχνίδι, ξεγνοιασιά, αλάνες. Χωρίς ιδιαίτερο διάβασμα ήμουν πολύ καλός μαθητής. Θυμάμαι, στην 4η δημοτικού, που μετακομίσαμε για μία χρονιά στην Ξάνθη, γιατί πήρε μετάθεση ο πατέρας μου. Ηταν τραπεζικός και η μητέρα μου δασκάλα. Κι ενώ δεν γνώριζα κανέναν, οι συμμαθητές μου με δέχτηκαν αμέσως κι έκαναν εύκολο κάτι τόσο δύσκολο.
Μικρός έβλεπα τηλεόραση, στίβο, ολυμπιακούς αγώνες και πολλές αμερικανικές κωμωδίες, πράγματα που ήταν για μεγαλύτερους. Παρακολουθώντας εκπαιδεύτηκα στην κωμωδία και έμαθα το τηλεοπτικό σενάριο. Στην εφηβεία μου ήμουν μοναχικός, κι ας ήμουν αρκετά δημοφιλής. Εμενα στο σπίτι και έβλεπα τηλεόραση. Σαν να έχτιζα το μέλλον μου.
Στα δέκα οκτώ μου, ενώ διάβαζα για πανελλαδικές, ονειρευόμουν γράψω μια κωμική σειρά σαν τις «Τρεις Χάριτες» και να παίξω ένα δεύτερο ρόλο, σαν αυτόν που έπαιζε ο Μιχάλης Ρέππας. Και τελικά το έκανα. Οι «Σαββατογεννημένες» ήταν τρεις, κι εγώ έπαιξα έναν μικρό ρόλο.
Στη ζωή μου ακολούθησα αυτό που με έκανε χαρούμενο, αλλά ως καλός μαθητής έπρεπε να περάσω στο Πανεπιστήμιο και μπήκα στη Νομική Θεσσαλονίκης. Οταν έφτασα στο αμήν, κι ενώ μου είχαν μείνει έξι μαθήματα, τα παράτησα. Δεν με νοιάζει που δεν τελείωσα, αλλά θα ήθελα να έχω πάρει πτυχίο. Εφυγα τη σωστή στιγμή. Ηδη από το τρίτο έτος ήμουν στη θεατρική ομάδα και κάναμε παραστάσεις. Οταν κατέβηκα στην Αθήνα, για να πάω στη δραματική, άρχισα να σκέφτομαι ότι πρέπει να γράψω. Ηθελα να γίνω ηθοποιός, αλλά ήξερα ότι όσο περισσότερα εφόδια είχα, τόσο το καλύτερο. Το γράψιμο ή καλύτερα η ενορχήστρωση μιας δουλειάς ήταν εκείνο που με ενδιέφερε περισσότερο. Τώρα πια είμαι σίγουρος. Ο κολλητός μου μού έλεγε ότι το ταλέντο μου είναι να μαζεύω κόσμο και να του λέω ιστορίες.
Δεν με ώθησε κάτι συγκεκριμένο. Απλώς το πήρα απόφαση. Πριν τις «Σαββατογεννημένες» σκάρωνα πράγματα, τα άφηνα στη μέση, γιατί έβλεπα τις αδυναμίες τους. Και στον στρατό έγραφα. Την πρώτη κωμωδία, την γράψαμε με έναν φίλο μου, λεγόταν «Οι πρώτοι». Ο Τάκης Ζαχαράτος, που είχα δουλέψει μαζί του σε ένα σόου, πήρε το κείμενο, το έδωσε στη Μαρία Καβογιάννη και μαζί το πήγαμε στο ΑΤΑ. Τους άρεσε αλλά ήταν ακριβή παραγωγή κι έτσι δεν έγινε.
Οταν συμβαίνει κάτι μεγάλο, όλοι σε κατηγορούν ότι άλλαξες. Στην ουσία εκείνοι είναι που αλλάζουν απέναντί σου.
Εμαθα να γράφω σενάρια παρατηρώντας σειρές, σβήνοντας και γράφοντας, με το δικό μου κριτήριο. Εχω ένα εσωτερικό κριτήριο που λειτουργεί καλά, αν και καμιά φορά, με λογοκρίνει βάναυσα.
Τη χρονιά που έδωσα στο Mega τις «Σαββατογεννημένες», ήμουν ο μοναδικός πρωτοεμφανιζόμενος ανάμεσα στα 30-35 σίριαλ.
Ηταν πιο κλειστό το κύκλωμα. Μετά το «Παρά 5», νομίζω ότι έδωσα στα κανάλια το έναυσμα να ψάξουν καινούργιους ανθρώπους.
Στις «Σαββατογεννημένες» έβαλα τον Σάββα να κερδίζει λαχείο, γιατί όταν πήγαινα πρώτη λυκείου, ο μπαμπάς μου κέρδισε τον πρώτο αριθμό του Εθνικού Λαχείου. Συμπτωματικά ήταν η γιορτή του πατέρα μου, του Αγίου Δημητρίου, κι ερχόταν κόσμος σπίτι για ευχές. Σε μια μικρή πόλη, μαθεύτηκε αμέσως.
Με το λαχείο, ένοιωσα τον φθόνο κάποιων. Ενας φίλος μου μού έκοψε την καλημέρα. Οταν συμβαίνει κάτι μεγάλο, όλοι σε κατηγορούν ότι άλλαξες. Στην ουσία εκείνοι είναι που αλλάζουν απέναντί σου. Δεν λέω ότι φταίνε, λέω απλώς ότι δεν ξέρουν πως να το χειριστούν. Είδα βέβαια και ανθρώπους που χάρηκαν μαζί μας.
Οι γονείς μου μένουν πάντα στις Σέρρες. Κι εγώ επιστρέφω συχνά. Την περίοδο του «Παρά 5» δεν ήταν εύκολο να κυκλοφορώ εκεί. Εχω εισπράξει την αγάπη και την εκτίμηση από την πόλη μου. Τώρα έχει ησυχάσει η κατάσταση. Χαίρομαι, γιατί μ΄αρέσει να πηγαίνω στις Σέρρες και να ηρεμώ. Είμαι διακριτικός άνθρωπος και χρειάζομαι ησυχία στη ζωή μου. Την εποχή του «Παρά 5» ήταν μεγάλος ο θόρυβος.
Η επιτυχία στην αρχή με ενθουσιάζει. Μετά μου δημιουργεί φόβο, κρατήματα, με κάνει να αυτολογοκρίνομαι. Τώρα πια έχω απαλλαχθεί από τον φόβο και τις ευθύνες της επιτυχίας, την υποχρέωση της επόμενης, κυρίως απέναντι στο κοινό αλλά και στον Τύπο. Δεν θέλω να προσβάλω ούτε την νοημοσύνη ούτε την εμπιστοσύνη των τηλεθεατών. Τώρα μπορώ να προχωρήσω. Θα γράψω όταν το θελήσει η καρδιά μου. Κι αν δεν πάει καλά, δεν πήγε.
Η «Εθνική Ελλάδος» με βοήθησε να τα ξεπεράσω όλα αυτά. Πρόθεσή μου δεν ήταν να χωρίσω τους ήρωες σε καλούς και κακούς. Ηθελα απλώς να πω ότι πρέπει να παίρνουμε θέση στα πράγματα. Κι ίσως φτάσαμε εδώ που φτάσαμε γιατί σε πολλά πράγματα δεν πήραμε θέση, τα αφήσαμε άλυτα: Ρατσισμός, αναπηρία, φασισμός, ομοφυλοφιλία.
Εχουμε ταμπού. Σκέφτομαι πως για να μην έχουν λυθεί όλα αυτά τα θέματα, μάλλον υπάρχει ένας άλλος κόσμος απέναντι, που δεν μας αφήνει. Αν δεν τα πιστεύουμε είναι γιατί δεν μας το έμαθαν. Φυσικά βοηθάει όταν μια κυβέρνηση ανοίξει τα θέματα στην κοινωνία, αλλά κυρίως πρέπει εμείς να ανοίξουμε τις κεραίες μας.
Το σύμφωνο συμβίωσης η κυβέρνηση το έφερε με μεγάλη δυσκολία. Ηταν απογοητευτικό το πόσο δύσκολα έγινε. Ευτυχώς βέβαια, αλλά δεν μπορώ να πω ότι άνοιξε η συζήτηση. Περιμένω όχι μόνον από μια αριστερή κυβέρνηση αλλά από κάθε κυβέρνηση μεγαλύτερη ευαισθησία στα κοινωνικά θέματα.
Στο θέμα της υιοθεσίας για μένα έχει σημασία οι γονείς να αντιλαμβάνονται την ευθύνη της υιοθεσίας. Τίποτε άλλο. Πριν εξετάσουμε αν ο γονιός είναι ή δεν είναι ομοφυλόφιλος, πρέπει να εξετάσουμε αν είναι υπεύθυνος.
Στην «Εθνική Ελλάδος», συνειδητά, ήθελα να δείξω πώς είναι ένας ομοφυλόφιλος. Ελειπε από την ελληνική τηλεόραση ένας άνθρωπο που δεν κουβαλά ούτε το πολύ χαρούμενο και παρδαλό, ούτε την ενοχή, το κρυφό, ένα βάρος. Οι άνθρωποι είναι ίσοι και είναι αυτό που θέλουν να είναι. Αυτό πρεσβεύω κι έτσι ζω τη ζωή μου.
Σε ένα μεγάλο ταξίδι μου στην Ευρώπη, θυμάμαι ήμουν στο ξενοδοχείο στο Ντουμπρόβνικ, όταν κατέβηκε στην πισίνα ένα ζευγάρι. Η γυναίκα με τον άνδρα της σε αναπηρικό καρότσι. Επιναν την μπύρα τους, γελούσαν, ήταν ευτυχισμένοι. Αυτή η εικόνα μου άνοιξε τα μάτια.
Ρατσιστικές τάσεις έχουν, σε μειοψηφία, όλες οι κοινωνίες. Μόνον που αυτές παίρνουν θέση απέναντι στο θέμα. Εμείς είμαστε πιο χαλαροί και την αφήνουμε να εκφράζεται. Προσωπικά, μετά από πολλή δουλειά, έχω φτιάξει ένα περιβάλλον, με τους δικούς μου ανθρώπους, και δεν θα μπορούσα να έχω ρατσιστές κοντά μου.
Οι φίλοι μου είναι εντός και εκτός δουλειάς. Στο «Παρά 5», πράγματι, φτιάχτηκε ένα παρεϊστικο κλίμα. Ημασταν όλη μέρα μαζί. Τελικά δεν κράτησα με όλους. Με τον Αργύρη και την Αγγελική ήμαστε φίλοι από πριν και συνεχίζουμε. Τους αγαπώ και μ΄ αγαπάνε πολύ. Η Σμαράγδα ήταν ο άνθρωπος που αγάπησα πιο πολύ μέσα στη σειρά και την αγαπώ πάντα. Δεν έχουμε κοινή καθημερινότητα, αλλά έχουμε δυνατά συναισθήματα.
Με την Ελισάβετ έχουμε μια απόσταση. Εχω όμορφες αναμνήσεις, έχουμε γελάσει μαζί τόσο πολύ, αλλά το τελευταίο διάστημα έχουμε μια απόσταση. Κι αυτό έγινε γιατί δεν ταιριάζουμε σαν χαρακτήρες. Από το να έχουμε προστριβές, είναι καλύτερα να κρατήσουμε τα ωραία.
Δεν θα γινόμουν ποτέ πολιτικός. Θα δυσαρεστούσα πολύ κόσμο. Αυτά που πρεσβεύω δεν νομίζω ότι θα τα δεχόταν η πλειοψηφία του κόσμου.
Από όλη την παρέα του «Παρά 5», από όλους αυτούς τους τριάντα-σαράντα ανθρώπους, οι περισσότεροι έδειξαν με συγκινητικό τρόπο την ευγνωμοσύνη τους για όλο αυτό που ζήσαμε. Οπως η συγχωρεμένη η «γιαγιά» μου, η Ειρήνη Κουμαριανού, μου έδωσε απίστευτη αγάπη.
Είναι ωραίο να προσφέρεις, όπως είναι ωραίο να ξέρεις ότι έχεις αλλάξει τη ζωή κάποιου προς το καλύτερο. Κάποιες φορές ήταν τόσο πολύ, που ερχόμουν σε δύσκολη θέση. Δεν μπορούν όλοι να εκφράσουν με τον ίδιο τρόπο την ευγνωμοσύνη τους. Ισως γιατί μπορεί να νοιώθουν ότι εκφράζοντάς την, μειώνουν τον εαυτό τους. Ισως έχουν μεγάλο εγώ...
Από το «Παρά 5» κρατάω τόσα πολλά, τα γέλια, κάποιες δύσκολες στιγμές. Θυμάμαι μια φορά, σε ένα γύρισμα στο ξενοδοχείο που ο Αργύρης από την κούραση δεν μπορούσε να πει τα λόγια του και κατέληξε να κλαίει πάνω από ένα πιάτο σούπας.
Για δύο χρόνια όλο αυτό ήταν η ζωή μου, οι άνθρωποί μου, η καθημερινότητά μου. Για να είμαι ειλικρινής, δεν θα ήθελα να ξαναγίνει έτσι. Προτιμώ να περνάμε καλά στα γυρίσματα, χωρίς την ψευδαίσθηση ή την αυταπάτη ότι αυτό είναι η οικογένειά μου. Γιατί μπορεί και να μην είναι.
Δεν θα γινόμουν ποτέ πολιτικός. Θα δυσαρεστούσα πολύ κόσμο. Αυτά που πρεσβεύω δεν νομίζω ότι θα τα δεχόταν η πλειοψηφία του κόσμου. Και δεν θα τους έκανα κανένα χατήρι.
Μεγάλωσα πια και σκέφτομαι το μέλλον μου. Εχω το όραμά μου. Χαίρομαι που έριξα τους ρυθμούς μου, που έπαιξα στο θέατρο και έκανα παιχνίδια στην τηλεόραση. Δεν νομίζω ότι μπορώ να βρίσκω κάθε βδομάδα και μία ιδέα. Στο πλάνο μου, εκτός από παρουσίαση, δεν έχω πολλή τηλεόραση -κι εκείνη έχει πληγεί κι εγώ είπα όσα είχα να πω. Από εδώ και πέρα θα ήθελα να μιλήσω με σινεμά ή θέατρο. Να συνεχίσω να ταξιδεύω και να μπορώ να αλλάζω τις ζωές των ανθρώπων προς το καλύτερο.
Φωτογραφίες Bovary.gr - Πάνος Μάλλιαρης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου