Από την ΜΕΡΟΠΗ ΚΟΚΚΙΝΗ
Μεγάλωσα στα Άνω Ιλίσια. Όταν γεννήθηκα, ο παππούς μου φύτεψε ένα δέντρο, μια ελιά, όπως είχε κάνει και για τα υπόλοιπα εγγόνια. Απέναντι από το πατρικό μου, λοιπόν, υπάρχουν πέντε ελιές και μία από αυτές είναι ο Στάθης. Πολύ συγκινητική κίνηση, ιδιαίτερα επειδή προέρχεται από έναν άνθρωπο που ήταν από χωριό. Μόνο ένας πολύ ευαίσθητος γονιός θα το έκανε αυτό σήμερα. Υπήρξα κάπως εκκεντρικό παιδάκι. Για παράδειγμα, θυμάμαι που όταν ήταν χειμώνας κι έκανε κρύο το πρωί, βαριόμουν να γδυθώ για να ντυθώ για το σχολείο, όπου πήγαινα τελικά με τις πιτζάμες, και δήθεν, για να μην καταλάβουν τα άλλα παιδάκια ότι ήμουν με τις πιτζάμες, φορούσα μια καρφίτσα της μαμάς μου. Ή μπορεί να φορούσα ένα τεράστιο φουσκωτό μπουφάν και από κάτω ένα πολύ στενό και μικροσκοπικό σορτσάκι – σχεδόν γυμνός. Φυσικά και έχω δεχτεί τον χλευασμό από τα άλλα παιδάκια, κυρίως αγόρια.
Θυμάμαι μια φορά που είχαν βγάλει το προστατευτικό συρματόπλεγμα από ένα δέντρο, με είχαν τυλίξει με αυτό και με έκαναν κωλοτούμπες στον δρόμο. Εντάξει, με πείραξε τότε, αλλά δεν μπορώ να πω ότι ήμουν ένα βασανισμένο πλάσμα, διότι ήμουν πολύ ανοιχτός και διαχειριζόμουν τη διαφορετικότητά μου με ειλικρίνεια. Οι γονείς μου φυσικά και το έβλεπαν όλο αυτό, αλλά την όποια ανησυχία τους την καθησύχαζαν οι δάσκαλοί μου που τους έλεγαν πόσο δημιουργικός ήμουν και πόσο πρόσφερα. Να φανταστείς ότι στο Δημοτικό η δασκάλα με έβαζε να κάνω το μάθημα της χειροτεχνίας. Κάποια στιγμή θεώρησα πολύ μοντέρνο το να έχω μακριά μαλλιά κι έτσι τα μάκρυνα. Για κάποια χρόνια ο λυκειάρχης στο σχολείο δεν είχε αντιληφθεί ότι ήμουν αγόρι, τον απέφευγα λίγο κιόλας. Μέχρι κάποια στιγμή που έγινε κάτι και χρειάστηκε να πάω στο γραφείο του, νόμιζε ότι ήμουν κορίτσι. Είχα ξαδέλφια λίγο μεγαλύτερα σε ηλικία από μένα που ήταν πολύ μέσα στη φάση με τα πάρτι και όλα αυτά, και κάποια στιγμή με έβγαλαν έξω.
Την πρώτη φορά που βρέθηκα σε κλαμπ, γύρω στα 15 μου, έπαθα υστερία, λύσσαξα. Σε αυτή την πρώτη επαφή με την ενήλικη διασκέδαση μου εμφανίστηκε ένας ολόκληρος μαγικός κόσμος. Μόνο αυτό με ενδιέφερε στη ζωή μου μετά. Ένιωσα σαν να βρήκα επιτέλους πού ανήκω και πως εκεί μέσα μπορούσα επιτέλους να είμαι ο εαυτός μου. Για εμάς τα μοναχοπαίδια οι φίλοι μας είναι πολύ σημαντικοί στη ζωή μας. Είναι τ' αδέλφια μου. Έχω στηρίξει τη ζωή μου όλη στη συνεργασία με τους ανθρώπους που επιλέγω να είναι δίπλα μου. Οι δικοί μου φίλοι είναι οι σκαλωσιές μου για να γίνω το οικοδόμημα που θέλω να είμαι. Όταν τελείωσα το σχολείο, λόγω της κλίσης μου στο σκίτσο και στις χειροτεχνίες, αποφάσισα να ακολουθήσω τον δρόμο της Γραφιστικής. Το ανακοίνωσα στους γονείς μου κι εκείνοι μόνο για λίγο ψέλλισαν: «Μα, παιδί μου, δεν θες να γίνεις λογιστής;». «Όχι, θέλω να γίνω γραφίστας» τους απάντησα και έληξε εκεί η ιστορία. Με στήριξαν απολύτως. Έτσι πήγα στην ΑΚΤΟ, μια και το εκπαιδευτικό σύστημα δεν με βοήθησε να μπω σε κάποιο πανεπιστημιακό τμήμα. Την πρώτη μου μέρα στο πανεπιστήμιο στο Λονδίνο αποφάσισα να βάψω τα μαλλιά μου κατακόκκινα, ντομάτα, και να εμφανιστώ με ένα τζιν μακρύ φόρεμα, τύπου κελεμπία. Δεν ξέρω τι σκεφτόμουν, αλλά νομίζω ότι ήταν για μένα η ευκαιρία να συστήσω τον εαυτό μου με έναν καινούργιο τρόπο. Μία από τις πιο συγκλονιστικές εμπειρίες που έζησα στο Λονδίνο τότε ήταν η επαφή μου με την γκέι ζωή που ούτε που φανταζόμουνα πως υπήρχε. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση πόσο αποδεκτό ήταν όλο αυτό από την κοινωνία. Επίσης, είδα φανταστικά drag shows και νομίζω πως από τότε κόλλησα αυτό το «μικρόβιο» και μου αρέσει τόσο πολύ όλος αυτός ο κόσμος. Με συγκλονίζει το ότι οι περσόνες που υποδύονται είναι πραγματικά πρόσωπα που τους κυριεύουν. Κάποια στιγμή τέθηκε το θέμα της επιστροφής στην Αθήνα. Δεν είχα βρει καμιά φοβερή δουλειά και δεν είχα ξεμπερδέψει και με το στρατιωτικό μου, οπότε επέστρεψα.
Θυμάμαι ότι την πρώτη μέρα που γύρισα είχα πει στον εαυτό μου πως αν δεν ξαναγύριζα στο Λονδίνο μέχρι τα 30 δεν θα ξαναγύριζα ποτέ, κι αυτό γιατί το ήθελα πολύ – κυρίως δεν ήθελα να αφεθώ στη ζωή της Αθήνας. Τελικά δεν επέστρεψα ποτέ. Δεν θα ήθελα να ζω στο Λονδίνο, ούτε κάπου αλλού στο εξωτερικό. Μου αρέσει η ζωή εδώ, παρ' όλες τις δυσκολίες. Αυτή η σαπίλα του trash στην τηλεόραση, στις παλιές βιντεοταινίες ή στα ποπ βιντεοκλίπ με ερεθίζει πάρα πολύ και βρίσκω μια ομορφιά σε αυτό. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO Δούλευα γύρω στον ένα χρόνο στο «Status», όταν βρέθηκε στον δρόμο μου ο Γιάννης Καρλόπουλος και μου πρότεινε να πάω να δουλέψω πλάι του στη LiFΟ. Αν και αποφάσισα να κάνω τη μεγάλη αλλαγή, θυμάμαι ότι έκλαιγα στο αποχαιρετιστήριο πάρτι που μου έκαναν οι συνάδελφοί μου εκεί. Μου έλεγαν «καλά, είσαι τρελός; Θα φύγεις από τις εκδόσεις Λυμπέρη;». Ήταν μια σίγουρη δουλειά, σε ένα κυριλέ περιβάλλον. Στο ασανσέρ είχαμε τη Ναόμι Κάμπελ, είχε πορτιέρη στην είσοδο. Για ένα παιδί, όπως εγώ, όλα αυτά ήταν μεγάλη υπόθεση. Ένιωθα ότι εργαζόμουν σε έναν φοβερό κολοσσό. Ωστόσο, δεν ξέρω τι ήταν αυτό που με έτρωγε μέσα μου και μ' έκανε να φύγω για να βρεθώ σε ένα εντελώς νέο και αβέβαιο περιβάλλον. Βέβαια, είναι τρομερό αν σκεφτείς ότι τελικά η LiFO είναι η μόνη που επιβίωσε, ενώ όλος εκείνος ο κολοσσός γκρεμίστηκε, μαζί με τα έντυπά του. Δεν θα ξεχάσω το τεύχος που στο εξώφυλλο είχαμε βάλει έναν τύπο που έκανε γλειφομούνι. Το γλεντούσαμε πολύ, τώρα που το σκέφτομαι.
Αν κάτι με έπεισε απ' αυτά που μου είπε ο Καρλόπουλος, ήταν μια λέξη που χρησιμοποίησε. Μου είπε: «Αυτή η εφημερίδα τώρα ξεκινάει και αν καταφέρεις να έχεις μια συνέχεια εκεί μέσα, θα είναι πολύ σημαντικό για σένα, γιατί θα το έχεις ξεκινήσει από τα "χαρακώματα"». Κι έτσι ξεκίνησα από τα χαρακώματα της LiFO. Έλα όμως που μέχρι να πάω είχαν προλάβει να πλακωθούν μεταξύ τους, με αποτέλεσμα να αποχωρήσει ο Καρλόπουλος και να μείνω εγώ, μόνος, πλάι στο ιερό τέρας που ονομάζεται Στάθης Τσαγκαρουσιάνος για να βγάλουμε μαζί ένα περιοδικό! Δεν ξέρω πώς έγινε αυτό. Δεν ξέρω πώς με ανέχτηκε, πώς βγήκε η δουλειά. Σημειωτέον ότι εγώ πήγα στο τεύχος 33 και είχε ήδη αλλάξει μέχρι τότε τρεις γραφίστες. Τα χρόνια στη LiFO με διαμόρφωσαν όσο τίποτε άλλο πάνω στη δουλειά μου. Ο Στάθης είναι τόσο απαιτητικός και σκληρός, αλλά την ίδια στιγμή είναι και ο άνθρωπος που μου έδωσε τη μεγαλύτερη ελευθερία. Με πάτησε σαν την οδοντόκρεμα, αλλά αισθάνομαι ότι έβγαλα κάτι πολύ ωραίο τότε. Με έκανε να νιώθω περήφανος για τη δουλειά μου και να καμαρώνω γι' αυτό που κάνω. Θυμάμαι που ξενυχτάγαμε την Τρίτη στο κλείσιμο του τεύχους και την επόμενη μέρα γέμιζε όλη η πόλη με αυτό που είχαμε σχεδιάσει το προηγούμενο βράδυ. Απλώς συγκλονιστική αίσθηση! Επίσης, μου άρεσε που ήμασταν τολμηροί. Δεν θα ξεχάσω το τεύχος που στο εξώφυλλο είχαμε βάλει έναν τύπο που έκανε γλειφομούνι. Το γλεντούσαμε πολύ, τώρα που το σκέφτομαι. Αν χρωστάω σε κάποιον την αγάπη μου για τα περιοδικά, είναι στον περιπτερά της γειτονιάς μου, τον κύριο Μιχάλη. Του χρωστάω, λοιπόν, ένα μεγάλο «ευχαριστώ».
Είχαμε κάνει ένα σύστημα και μπορούσα να παίρνω οποιοδήποτε περιοδικό, από «Μίκι Μάους», «Βαβούρα», «Λούκι Λουκ», μέχρι «01», «Κλικ», «Diva», «Men» και όλα τα lifestyle. Κάθε μήνα διάβαζα μια ντάνα περιοδικά και μετά του τα επέστρεφα και τα πουλούσε. Λίγο αργότερα, που κατάλαβα πόσο πολύ μου άρεσαν τα περιοδικά, αποφάσισα ότι ήθελα να αγοράζω κάποια για να έχω συλλογή. Με το «01» είχα μια άλλη σχέση. Ένιωθα άνετα να παίρνω ένα ψαλίδι και να το πετσοκόβω για να φτιάχνω δικά μου κολάζ. Τα έχω φυλάξει όλα τα τεύχη, αλλά λείπουν από τις εικόνες κεφάλια κ.ά. Βλέπω ότι τα έντυπα δεν με τραβάνε πια, όχι τόσο ως σχεδιαστή περιοδικών όσο ως καταναλωτή. Δεν ξέρω γιατί, αλλά είναι κάτι που συνέβη από μόνο του. Ίσως διότι υπάρχει τόση πληροφορία εκεί έξω, η οποία είναι πια εύκολα προσβάσιμη. Δεν με ενοχλεί καθόλου η αλλαγή από το χαρτί στο digital. Είμαι υπέρ της εξέλιξης και της προόδου. Θα συμβεί άλλωστε και χωρίς εμάς. Είναι κάτι που δεν μπορούμε ούτε να σταματήσουμε ούτε να ελέγξουμε. Απλώς καβαλάς το κανό και πας κι εσύ μαζί του. Αν έχω ένα ταλέντο, αυτό είναι να επαναπροσδιορίζω την ποπ κουλτούρα μέσα στην οποία έχω μεγαλώσει.
Ρουφάω εικόνες για να δημιουργήσω καινούργιες. Κάπως έτσι αντιλαμβάνομαι το design. Και κάτι άλλο, μου αρέσει η δυναμική της αντίθεσης. Αν κάτι με χαρακτηρίζει ως designer είναι ότι μπορώ να συνδυάσω πράγματα τα οποία είναι «αχώνευτα» μεταξύ τους. Το juxtaposition με διεγείρει σχεδιαστικά. Γενικά, πιστεύω πως το πιο ενδιαφέρον design είναι αυτό που είναι και λίγο άσχημο, γιατί είναι αυτό που ερεθίζει το μάτι. Δηλαδή βρίσκω πολύ πιο ενδιαφέροντα τον συνδυασμό του κόκκινου με το πράσινο πάρα του κόκκινου με το μαύρο, που είναι πιο κλασικός. Δεν μου αρέσει η καλαισθησία. Δεν μου αρέσει όταν τα πράγματα είναι στη σειρά τους, ωραία δομημένα. Θέλω να εντείνω τις αισθήσεις, να «τρίζω» λίγο τα μάτια. Και νομίζω ότι είναι καθήκον των designers να ξεβολεύουν το κοινό και να το εκπαιδεύουν. Μου τη σπάει να συναντώ παλιούς γνωστούς και να μου λένε: «Θυμάσαι τότε που βγαίναμε και περνάγαμε τέλεια;». Ναι, θυμάμαι, αλλά είναι ακόμα τέλεια, απλώς εσύ δεν βγαίνεις πια με την ίδια διάθεση που έβγαινες παλιότερα. Είμαι ένας άνθρωπος που δεν σταμάτησα ποτέ να βγαίνω και να διασκεδάζω, από τότε που πρωτοξεκίνησα να το κάνω. Μου τη σπάει να συναντώ παλιούς γνωστούς και να μου λένε: «Θυμάσαι τότε που βγαίναμε και περνάγαμε τέλεια;». Ναι, θυμάμαι, αλλά είναι ακόμα τέλεια, απλώς εσύ δεν βγαίνεις πια με την ίδια διάθεση που έβγαινες παλιότερα. Το εξώφυλλο του τεύχους που κυκλοφορεί Τελευταία παίζω μουσική σε μαγαζιά. Συνέβη τυχαία. Είχε ανοίξει η φίλη μου η Σκεύη το Blue Bird και κάποια βράδια ξεκίνησα να διαλέγω μουσική απ' το YouTube και το iTunes. Δεν τολμώ να αποκαλέσω τον εαυτό μου DJ.
Υπάρχουν άνθρωποι που το κάνουν αυτό με τρομερή σοβαρότητα και συνέπεια και θα είναι ντροπή να βάλω τον εαυτό μου δίπλα τους. Αυτό που κάνω εγώ είναι να σερβίρω τη mainstream μουσική με έναν πολύ προσωπικό τρόπο. Δεν παίζω ψαγμένα, δεν ξέρω καν ποιες είναι οι νέες κυκλοφορίες. Χρησιμοποιώ τις μουσικές μου αναφορές και τις ανακυκλώνω, δημιουργώντας μια συνειρμική αφήγηση. Ναι, είμαι πολύ συνειρμικός στις μουσικές μου επιλογές και αυτό είναι που με κάνει να ταιριάζω τη Μαρινέλλα με τους Nirvana, χωρίς να το κάνω επί τούτου. Προσπαθώ να διηγηθώ μια ιστορία, τουλάχιστον στο δικό μου το κεφάλι. Όλα αυτά που πολλοί θεωρούν trash ή κιτς έχουν χώρο στο δικό μου σύμπαν κι έτσι δίνω το άλλοθι και στους άλλους να τα απενοχοποιήσουν. Παίζω μουσική δίχως ακουστικά, όπως θα έπαιζα και στο σπίτι μου.
Αισθάνομαι πολύ περήφανος που διοργανώνω και το φετινό Athens DJs for Athens Ρride. Πήγα στους διοργανωτές και τους είπα ότι φέτος ήθελα να το διοργανώσω, χωρίς αμοιβή, ούτε για μένα αλλά ούτε και για τους υπόλοιπους ανθρώπους που θα δουλέψουν γι' αυτό (DJs, περφόρμερ κ.λπ.), και όλα τα έσοδα να πάνε στη διοργάνωση. Αν μπορώ να συνεισφέρω με κάποιον τρόπο στην γκέι κοινότητα της Αθήνας, είναι αυτός. Η αντίφαση έγκειται στο ότι ενώ υποτίθεται ότι οι γκέι είναι αποδεκτοί σήμερα από την κοινωνία, και ως εκ τούτου δεν χρειάζονται τα γκέι πάρτι, στην πραγματικότητα δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Υπάρχουν ακόμα παιδάκια που τα μαλώνουν επειδή κάνουν παρέα μόνο με κορίτσια στο σχολείο. Πηγή: www.lifo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου