Menu

Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2016

CULTURE: Αδιόρθωτη και ανασφαλής θέλει να βάλει τάξη στο χάος

Οταν ξεκινάει το ημερολόγιό της η Μπρίτζετ είναι τριάντα χρονών, ζει στο Λονδίνο και η ζωή της μοιάζει να πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο: καπνίζει, πίνει και οι άντρες που γνωρίζει είναι παντρεμένοι, κακόγουστοι ή γκέι. Το μόνο καλό είναι ότι κατάφερε μέσα σ’ έναν χρόνο να χάσει εννέα κιλά -και στο ίδιο διάστημα να ξαναπάρει μόνο... οκτώ.
Η γυναίκα που ξεπήδησε από το εβδομαδιαίο χρονογράφημα της δημοσιογράφου τότε Ελεν Φήλντινγκ στην εφημερίδα Independent είναι μια από τις πιο αγαπημένες ηρωίδες της εποχής μας, που το 2016 κλείνει είκοσι χρόνια λογοτεχνικής ζωής, με πολλά εκατομμύρια αντίτυπα βιβλίων, μεταφράσεις στις περισσότερες γλώσσες του κόσμου, τρεις ταινίες και ακατάπαυστη αγάπη για τους ανθρώπους και τη ζωή.
Αδιόρθωτη και ανασφαλής θέλει να βάλει τάξη στο χάος
Κανόνες
Στο μυθιστόρημα «Μπρίτζετ Τζόουνς: Το ημερολόγιο-Η εποχή της ωριμότητας» (εκδ. Πατάκη) της Ελεν Φήλντινγκ η Μπρίτζετ, αδιόρθωτη, ανασφαλής πάντα, ανεδαφική, προσπαθεί να βάλει τάξη στο χάος, να βρει κανόνες εκεί που δεν υπάρχουν, να αντιμετωπίσει αληθινά προβλήματα, να ελέγξει το βάρος της, να αγαπήσει και να αγαπηθεί. Στόχος της Φήλντινγκ δεν ήταν ποτέ να δημιουργήσει κάποια ηρωίδα, απλά έδωσε φωνή σε ένα είδος κοπέλας που η σύγχρονη κουλτούρα παραγνώριζε, εκείνης που, παρά την αυτονομία και την ανεξαρτησία της, δεν είχε πρόβλημα να αποκαλύψει τις αδυναμίες και τις ανασφάλειές της. Οσο για την Μπρίτζετ, παραμένει μόνιμα αισιόδοξη, αυτοσαρκάζεται διαρκώς και πάντα βρίσκει κάποια χιουμοριστική απόχρωση, ακόμα κι όταν όλα πάνε χάλια...
Η φαινομενολογία της παθιασμένης συνείδησης
Η οπτική μιας ερωτευμένης γυναίκας
Από το 1893 μέχρι το 1896 ο νεαρός Μαρσέλ Προυστ ακονίζει τα μαχαίρια του ως συγγραφέας στο περιοδικό La Revue blanche. Η ομοφυλοφιλική εξομολόγηση στο «Πριν πέσει η νύχτα» εκθέτει τα άγχη του πόθου-πόνου, το σύντομο «Ανάμνηση» επικεντρώνεται στη δύναμη της αίσθησης, ενώ το «Κατά της ασάφειας», επιβεβαιώνει το ενδιαφέρον του για την υιοθέτηση μιας μαχητικής στάσης, αλλά και τη βούλησή του να αναπτύξει έναν προβληματισμό γύρω από την αλήθεια της λογοτεχνίας. Τα κείμενα αυτά στην έκδοση «Ο αδιάφορος- Και άλλα κείμενα των νεανικών του χρόνων» (εκδ. Πατάκη) προσεγγίζουν θέματα που θα διατρέξουν συνολικά ολόκληρο το περίφημο έργο του «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο».
Στον «Αδιάφορο», όπως και στο «Πριν πέσει η νύχτα» κυριαρχεί ο πόθος. Το διήγημα ακολουθεί την οπτική μιας ερωτευμένης γυναίκας και θεμελιώνει τη φαινομενολογία της παθιασμένης συνείδησης, μελετώντας και αναλύοντας τον έρωτα σε όλη τη διάρκειά του.
Εκδόσεις
Lars D. Lih
«Βλαντιμίρ Λένιν»
Μεταίχμιο, σελ. 296
Ευσύνοπτη, περιεκτική και πλούσια σε πληροφορίες βιογραφία του Λένιν, γραμμένη από έναν από τους σημαντικότερους ιστορικούς του μαρξισμού. Ο συγγραφέας παρακολουθεί τον Λένιν από τα φοιτητικά του χρόνια και τις πρώτες συγκρούσεις του με το αυταρχικό τσαρικό καθεστώς μέχρι τις εμφύλιες διαμάχες που διαδέχτηκαν την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917. Το ιστορικό πορτρέτο του επαναστάτη πολιτικού ολοκληρώνεται με αναφορές στην προσωπική και την κοινωνική του ζωή. Η έκδοση συμπληρώνεται από εικονογραφικό υλικό.
Ζαν Ζενέ
«Το παιδί εγκληματίας»
Αγρα, σελ. 64
Ο Ζενέ κατακρίνει έναν κόσμο και ένα σύστημα που καταδικάζουν τα παιδιά, τα οδηγούν σε αξιόποινες πράξεις και έπειτα τα κατηγορούν για ανάρμοστη συμπεριφορά και εγκληματική δράση. Ποιες ηθικές βάσεις και ποιους κανόνες αυτά τα παιδιά να ακολουθήσουν και πως να μην παραστρατήσουν όταν η ίδια η κοινωνική δομή έχει αποδομηθεί; Tο παρόν κείμενο που δημοσιεύτηκε κατά πάσα πιθανότητα το 1949, αποτελεί έναν λίβελο κατά της γαλλικής πολιτείας και του δικαστικού σώματος το οποίο κατά τον Ζενέ χρήζει καθολικής ανασυγκρότησης και αναμόρφωσης.
Φραντσέσκα Χεγκ
«Το κήρυγμα της φωτιάς»
Μεταίχμιο, σελ. 464
Τετρακόσια χρόνια στο μέλλον, η Γη έχει επιστρέψει σε πρωτόγονη κατάσταση ύστερα από μια πυρηνική φωτιά που εξαφάνισε τον πολιτισμό και τη φύση. Αν και οι επιπτώσεις της ραδιενέργειας έχουν σταματήσει, για κάποιο άγνωστο λόγο, στον κόσμο γεννιούνται μόνο δίδυμα παιδιά. Σε κάθε ζεύγος, το ένα παιδί είναι Άλφα, σωματικά τέλειο από κάθε άποψη, και το άλλο Ωμέγα, και κουβαλάει το βάρος κάποιας παραμόρφωσης, μικρής ή μεγάλης. Με το Συμβούλιο να διοικεί μία κοινωνία που θυμίζει απαρτχάιντ, οι Ωμέγα σημαδεύονται σαν τα γελάδια και εξοστρακίζονται, ενώ οι Αλφα κρατούν τους λιγοστούς διαθέσιμους πόρους για τον εαυτό τους.
Κριτική
Ενα μικρό νησί γεμάτο ναυαγούς - μετανάστες
Ενα... πέρασμα ανάμεσα στην ουδετερότητα και την αδιαφορία απέναντι στο προσφυγικό
Ο αγροτικός γιατρός, οι στρατιωτικές, λιμενικές και αστυνομικές αρχές, ο δήμαρχος, ο αντιπολιτευόμενος πρώην δήμαρχος και πολλοί ανώνυμοι κάτοικοι βοηθούν όπως μπορούν, προκειμένου να συνεισφέρουν στους ναυαγούς.
Λέγεται συχνά πως «όταν δεν παίρνεις συνειδητά το μέρος κάποιου που αδικήθηκε, τότε αυτομάτως παίρνεις το μέρος εκείνου που αδίκησε». Δεν είναι πάντοτε εύκολο ή βολικό να επιλέγεις πλευρά, ούτε η ορθή επιλογή είναι συνήθως αυτονόητη. Αλλά η γραμμή που ξεχωρίζει την ουδετερότητα από την αδιαφορία είναι εξαιρετικά λεπτή, σχεδόν δυσδιάκριτη, ενίοτε αδιόρατη- ενδεχομένως ανύπαρκτη.
Στη λογοτεχνία λίγοι έχουν καταφέρει να αποδώσουν αυτή τη συνθήκη, χωρίς διδακτική διάθεση, αλλά με έντονη την αίσθηση της ευθύνης. Και αυτό γιατί το να καταγγείλει κανείς την ουδετερότητα, μπορεί να ανοίξει τους Ασκούς του Αιόλου. Πόσο μάλλον όταν η απάντηση για το τι είναι σωστό και τι λάθος, τι είναι καλό και τι κακό κάθε άλλο παρά είναι προφανής. Στο αριστουργηματικό μυθιστόρημα «Η πτώση» του Αλμπέρ Καμύ, ο δικηγόρος Ζαν-Μπατίστ Κλαμάνς, είναι o τύπος του ανθρώπου που τα καταφέρνει: η ικανότητά του να βρίσκεται πάντα σε εκείνη την πλευρά της ζωής που αποφέρει τα περισσότερα, τον κάνει να επιβιώνει και να πετυχαίνει. Και, επιπλέον, τον αναγκάζει να χρησιμοποιεί συχνά την υποκρισία, για να κερδίζει τους άλλους.
Μια νύχτα, όμως, θα δει μία άγνωστη γυναίκα, να γέρνει πάνω από τα προστατευτικά κάγκελα και να πέφτει στα νερά ενός ποταμού. Οι κραυγές της γυναίκας θα αντηχήσουν στα αυτιά του πολλές φορές μέχρι να επικρατήσει η βαριά σιωπή της ανυπαρξίας, ενώ εκείνος θα αποφύγει να στραφεί πίσω του.
Αυτός, ο τόσο συμφιλιωμένος με την δέουσα ανθρώπινη συμπεριφορά, θα αδιαφορήσει. Και τότε όλα γύρω του θα καταρρεύσουν. Αρχικά, θα διαρραγεί η κρούστα του πραγματισμού του. Σταδιακά, ωστόσο, ο κύκλος του οποίου υπήρξε πάντοτε το κέντρο θα διαλυθεί, οι σχέσεις με τους πάλαι ποτέ φίλους του θα ατονήσουν, ενώ θα τον αιχμαλωτίσει η εμμονή μιας ενοχής. Ο Αλμπέρ Καμύ, με αυτό το σκοτεινό διαχρονικό μυθιστόρημα υπογραμμίζει ότι σημασία δεν έχει μόνο τι πράττουμε, αλλά και τι δεν πράττουμε. Είμαστε υπόλογοι, όχι μόνο για τις πράξεις μας, αλλά και για την εκάστοτε ουδετερότητά μας.
Η αφήγηση, συνδυάζει με μοναδικό τρόπο τον λυρισμό με την ειρωνεία και έχει τη μορφή ενός αυτοϋπονομευτικού μονολόγου: Η ειρωνεία της, διαχέεται αιχμηρή και οδυνηρή, μέσα από την ασθματική προσπάθεια του κεντρικού χαρακτήρα, να ανακτήσει τον έλεγχο της συνείδησής του.
Ο Κλαμάνς αντιλαμβάνεται ότι το νερό του ποταμού παραμένει αρκετά κρύο, αλλά -τουλάχιστον- η κοπέλα δεν θα ξαναπέσει στο ποτάμι, ώστε να φανεί για άλλη μια φορά η ατολμία του. Είναι πια πολύ αργά. Πάντα θα είναι πολύ αργά. Είναι; Αυτό είναι το ερώτημα που απευθύνει στον αναγνώστη ο Κωνσταντίνος Τζαμιώτης με το εκπληκτικό -από κάθε άποψη- μυθιστόρημά του «Το πέρασμα» (εκδ. Μεταίχμιο) μέσα από το οποίο ιχνηλατεί τα όρια όλων μας, ανάμεσα στην ουδετερότητα και την αδιαφορία απέναντι στο προσφυγικό πρόβλημα των ημερών μας. Εδώ, η λογοτεχνία παίρνει τη μορφή ενός αριστοτεχνικού μυθιστορηματικού ντοκουμέντου που έρχεται να συνταράξει τις αναγνωστικές συνειδήσεις, με μία συγγραφική νηφαλιότητα που δυναμιτίζει και υπονομεύει. Και, πράγματι, η οποιαδήποτε προσπάθεια αποστασιοποίησης και απεμπλοκής από αυτήν την γεμάτη τραγικά περιστατικά ιστορία είναι αδύνατη.
Αρκετά χρόνια νωρίτερα, στο πασίγνωστο «Ζ» (1966), ένα αφηγηματικό κείμενο με υπότιτλο «φανταστικό ντοκιμαντέρ ενός εγκλήματος» ο Βασίλης Βασιλικός διαπραγματεύτηκε ένα σύγχρονό του καυτό πολιτικό θέμα, την ιστορία της δολοφονίας του Λαμπράκη στη Θεσσαλονίκη. Σε αυτό το έργο ο συγγραφέας καταφέρνει με περισσή άνεση -παραλλάζοντας ελαφρά τα ονόματα των πραγματικών προσώπων της ιστορίας- να δώσει ένα κλασικό, πια, λογοτεχνικό χρονικό και να αποδώσει το γενικότερο κλίμα της εποχής.
Σταθερή του επιδίωξη είναι -από άκρη σε άκρη- η επίτευξη της αληθοφάνειας και της πειστικότητας των γεγονότων μέσα από το μυθιστόρημα-ρεπορτάζ. Υιοθετεί, δηλαδή, την αμεσότητα της δημοσιογραφικής προσέγγισης και γλώσσας, την οποία επεξεργάζεται με λογοτεχνική επιδεξιότητα.
Αυτό ακριβώς επιτυγχάνει ο Κωνσταντίνος Τζαμιώτης με «Το πέρασμα» προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα: Προσποιείται ότι γράφει ένα μυθιστορηματικό ρεπορτάζ για ένα θέμα της επικαιρότητας με μια ιστορία εξολοκλήρου επινοημένη, γραμμένη τρία χρόνια πριν από την παρούσα προσφυγική κρίση: Ενα πλοίο γεμάτο μετανάστες, μένοντας ακυβέρνητο, βυθίζεται πολύ κοντά στο λιμάνι ενός αιγαιοπελαγίτικου μικρού νησιού, με συνέπεια πολλοί να χάσουν τη ζωή τους και πολλοί ακόμη, παρότι δεν γνωρίζουν καν κολύμπι, να σωθούν.
Ο αγροτικός γιατρός, οι στρατιωτικές, λιμενικές και αστυνομικές αρχές, ο δήμαρχος, ο αντιπολιτευόμενος πρώην δήμαρχος και πολλοί ανώνυμοι κάτοικοι βοηθούν όπως μπορούν προκειμένου να συνεφέρουν τους ναυαγούς. Τέσσερις ολόκληρες μέρες (που μοιάζουν με αιώνα) οι ναυαγοί συγκατοικούν με τους ανθρώπους του νησιού και δεν λείπουν οι δολοφονίες, οι βιασμοί, τα ναρκωτικά, οι βιαιότητες. Ο Τζαμιώτης γνωρίζει καλά ότι η πραγματικότητα ξεπερνάει την φαντασία και για αυτό δεν προσπαθεί να την ανταγωνιστεί, μένει προσηλωμένος στην μυθοπλασία του που αποτελεί ένα σπαρακτικό ντοκουμέντο της εποχής μας.
Καμία θέση ή στάση δεν είναι προφανής. Αλλά ο συγγραφέας έχοντας στα χέρια του ένα τόσο εύφλεκτο υλικό, καταφέρνει κάτι ιδιαίτερα σημαντικό: Με αφετηρία την φαινομενική συναισθηματική αποστασιοποίηση από τα γεγονότα, ανατέμνει ένα προς ένα τα περιστατικά της πλοκής του, όχι μόνο εξωθώντας τον αναγνώστη από την αρχική του ουδετερότητα, αλλά και παρασέρνοντάς τον σε μία παθιασμένη αναζήτηση της ερμηνείας τους. Κάπως έτσι η ουδετερότητα -εκ των πραγμάτων- καταργείται, η αδιαφορία παύει να υφίσταται. Και αυτός είναι ο λόγος που η ελπίδα παραμένει ζωντανή...
Νέες Εκδόσεις
Βικτόρ Σεγκαλέν
«Ενας μεγάλος ποταμός»
Αγρα, σελ. 32
Στο κείμενο του ποιητή και συγγραφέα Βικτόρ Σεγκαλέν (1878-1919) διακρίνουμε μια «εμπειρίκεια» πνοή. Με την ανάγνωσή του ο αναγνώστης πιθανώς να σκεφτεί τις δοξαστικές αναφορές του Ανδρέα Εμπειρίκου στους μεγάλους ποταμούς σαν τον Γουαδαλκιβίρ και τον Αμαζόνιο. Τον Δεκέμβριο του 1909 ο Βικτόρ Σεγκαλέν, ήδη στην Κίνα επί εξάμηνο, μπαρκάρει σε μια τσόγκα που τον μεταφέρει από το Τσονγκ-κινγκ στο Γι-τσανγκ, καταπλέοντας τον ποταμό Γιανγκ-τσε. Από το ταξίδι αυτό θα γεννηθεί το κείμενο «Ένας μεγάλος ποταμός» που γράφτηκε και ξαναδουλεύτηκε μεταξύ του 1910 και του 1912.
Πιέρ Λεμέτρ
«Τρεις μέρες, μια ζωή»
Μίνωας, σελ. 286
Μια μικρή επαρχιακή πόλη της Γαλλίας συνταράσσεται από την εξαφάνιση ενός εξάχρονου αγοριού. Οι κάτοικοι τρομαγμένοι ζουν στον ρυθμό της έρευνας: άγχος αστυνομία, δημοσιογράφοι, μάρτυρες, υποψίες, φήμες, παράξενες θεωρίες. Κάτω από την επιφάνεια της επίπλαστης ηρεμίας αναδύονται κρυμμένα μυστικά, ενώ καθώς ο κλοιός σφίγγει γύρω από τον πιθανό δράστη συμβαίνει κάτι απρόβλεπτο, ένα γεγονός πρωτοφανών διαστάσεων που ανατρέπει όλα τα δεδομένα. Το νέο μυθιστόρημα του βραβευμένου με Goncourt συγγραφέα Πιέρ Λεμέτρ, τον καθιερώνει ως έναν από τους σημαντικότερους συγγραφείς της σύγχρονης λογοτεχνίας.
Σάμιουελ Μπέκετ
«Τρεις διάλογοι»
Γαβριηλίδης, σελ. 61
Οι «Τρεις διάλογοι» είναι ισάριθμες συνομιλίες ανάμεσα στον Μπέκετ και τον κριτικό και ιστορικό τέχνης Ζορζ Ντιτουί, διευθυντή του περιοδικού Transition, όπου και δημοσιεύθηκαν το 1949, όπως τις κατέγραψε «από μνήμης» ο ίδιος ο συγγραφέας. Αφορούν τρεις σημαντικούς ζωγράφους: τον Πιερ Ταλ Κοτ, τον Αντρέ Μασόν και τον Μπραμ βεν ντερ Βελντ. Αλλά ο Μπέκετ μιλώντας για αυτούς είναι σαν να μιλάει για το δικό του έργο. Και τα όσα λέει εξηγούν την εικαστική πλευρά, όχι μόνο του θεάτρου, αλλά και της πεζογραφίας του.
Του Γιώργου Βαϊλάκη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου