Menu

Σάββατο 4 Ιουνίου 2016

ΤΑ LGBT ΠΑΙΔΙΑ ΕΝΟΣ ΚΑΤΩΤΕΡΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ


Τα Παιδιά ενός Ενοχικού Θεού
Ο δεκαεννιάχρονος Θωμάς, από την Ιεράπετρα, αποφάσισε να πάρει τη μεγάλη απόφαση. Δεν θα κρυβόταν πια. Δεν θα έλεγε ποτέ ψέματα σε κανέναν. Ανακοίνωσε στον πατέρα του πως είναι ομοφυλόφιλος. Ο πατέρας, σαραντάχρονος κρητικός λεβέντης, δεν το άντεξε. Σαν ταινία, πέρασαν από το μυαλό του οι μελλοντικές σκηνές ντροπής, καθώς σκεφτόταν το «ρεζίλεμα» από την μικρή κοινωνία της Κρήτης. Χτύπησε το γιο του στο πρόσωπο και τον έδιωξε από το σπίτι.
Η μητέρα, άβουλη, υποταγμένη στον άντρα της, που κάτι παραπάνω θα ήξερε, στεκόταν πιο δίπλα, με το πρόσωπο ανέκφραστο. Μέσα της, προσπαθούσε να ισορροπήσει, από τη μία, την αγάπη για το παιδί της και από την άλλη, τη σοβαρότητα του εγκλήματος που εκείνο διέπραξε και που θα του στερούσε τον παράδεισο. Εκείνη δεν την ένοιαζε ο κόσμος, η αμαρτία, όμως, ήταν μεγάλη. Αυτή η σύγκρουση μέσα της, την άφηνε με μια παγωμένη έκφραση στο πρόσωπο.
Ο μικρός έφυγε. Επέστρεψε κρυφά για να πάρει τα ρούχα του, αλλά η ντουλάπα ήταν άδεια. Ως μια τελευταία κίνηση πατρικής αγάπης, ο λεβέντης ο κρητικός γεννήτορας, του τα είχε κάψει.
Η ποινή για το έγκλημα του Θωμά, ήταν «ευτυχώς», μια βαθιά, αθεράπευτη πληγή, ένα χρόνιο ψυχικό έλκος, που θα τον συντρόφευε για το υπόλοιπο της ζωής του. Συντροφιά του, θα είχε ένα βαρύ καημό, επειδή δεν θα μπορούσε ποτέ να γίνει ένας υποδειγματικός γιoς.. Ο Θωμάς τιμωρήθηκε επιεικώς για το φρικτό έγκλημα που διέπραξε: Που είχε, δηλαδή, τολμήσει να γεννηθεί.
Ο μικρός ήρθε στην Αθήνα, όπου προσπαθεί ακόμα να βρει το δρόμο του μόνος, προσπαθώντας να σταθεί στα πόδια του. Το σοκ που υπέστη, ήταν δυνατό. Από μικρός ένιωθε κάποια περίεργα και «αφύσικα» σκιρτήματα μέσα του. Αλλά ποτέ δεν ήθελε το κακό του άλλου, ποτέ του δεν αδίκησε κανένα, του άρεσαν τα όμορφα πράγματα, αγαπούσε τους γονείς του, λάτρευε το σχολείο του, απολάμβανε τη ζωή του, αν και πάντα κάτι έλειπε, που δεν τον ολοκλήρωνε.
Το μεγάλο σαράκι που τον έτρωγε, ήταν αυτή η φριχτή υποψία, την οποία πολεμούσε μα νύχια και με δόντια. Και που χρόνο με το χρόνο ένιωθε να γιγαντώνεται, να αποκτάει υπόσταση, να τον τρώει. Η τεράστια απορία του, ήταν γιατί ο θεός της αγάπης, που πίστευε, που καταδικάζει αυτό το «κουσούρι», του το έδωσε τόσο απλόχερα και χαιρέκακα, βασανίζοντας τον για όλη του τη ζωή.
Σε μια χώρα σαν τη δική μας, όπου οι ρατσιστικές κορώνες μίσους, από φιλόδοξους πολιτικούς και ιεράρχες που απευθύνονται σε μια συντηρητική κοινωνία, υπάρχουν χιλιάδες μικροί Θωμάδες που σηκώνουν σιωπηλά το μαρτυρικό τους σταυρό, από τη σχολική ηλικία. Χιλιάδες δυστυχισμένα πλάσματα, κρύβονται, προσποιούνται και καταστρέφουν τη ζωή τους, ώστε να μπορέσουν να επιβιώσουν. Γιατί σε αντίθετη περίπτωση, σε αρκετά επαρχιακά μέρη και όχι μόνο, οι αδύναμοι θα κακοποιηθούν λεκτικά και πολλές φορές και σωματικά από ανδρείκελα που θέλουν να βρουν τον εύκολο στόχο για να κρύψουν την απέραντη μικρότητά τους και να νιώσουν σημαντικοί. Που απαιτούν από το συνάνθρωπό τους να υποκρίνεται για να μην τον εξοστρακίσουν.
Δυστυχώς, ο ρατσισμός στο επίμαχο θέμα, φοράει πολύ συχνά την προοδευτική μάσκα. Μια από τις πιο απαράδεκτες φράσεις που «φοριέται» πολύ τα τελευταία χρόνια, από τους διανοούμενος ρατσιστές και ντεμέκ πολιτικά ορθούς (sic) της εγχώριας διανόησης, είναι «Δεν με νοιάζει τι κάνουν στο κρεβάτι τους, από τη στιγμή που δεν ενοχλούν είναι ελεύθεροι να κάνουν ότι θέλουν». Με άλλα λόγια, δίνουν μια πιο ευχάριστη χροιά, με ισχυρή δόση απαξίωσης, στην άποψη πως όλα πρέπει να γίνονται κρυφά, όσο βρίσκονται στην κρεβατοκάμαρα. Παροτρύνουν, λοιπόν, τους «ιδιαίτερους» συμπολίτες τους, που πληρώνουν φόρους, που ζουν σε μια χώρα που ΟΛΟΙ θα έπρεπε να έχουν ίσα δικαιώματα, να καταπιέσουν ένα σημαντικό μέρος της ζωής τους για να μην ταράξουν τα νερά της υποκριτικής κοινωνίας.
Ακόμα χειρότερα, οι ίδιοι δήθεν προοδευτικοί γονείς που δεν γίνονται βίαιοι με τα παιδιά τους, κάνουν το εξής χειρότερο. Αποδέχονται, ανέχονται και «πίνουν φαρμάκι» για όλη τους τη ζωή. Κάτι που δεν περνάει απαρατήρητο από το παιδί, το οποίο «εισπράττει» αυτή την υπόγεια απόρριψη και τραβάει το δρόμο του στη ζωή, με το κεφάλι σκυμμένο. Και το χειρότερο μαρτύριο είναι πως ότι κι αν κάνουν στη ζωή τους, όσο κι αν προοδεύσουν, δεν θα εισπράξουν καμία επιβράβευση από τους γονείς τους. Δεν θα τους κάνουν ποτέ υπερήφανους.
Το δράμα εξελίσσεται περισσότερο, όταν κάποιοι πανικόβλητοι «ιδιαίτεροι» άνθρωποι, παίρνουν στρεβλές αποφάσεις ζωής και παντρεύονται για να μην απολέσουν τη μελλοντική τους αξιοπρέπειά. Εδώ το έγκλημα είναι διπλό: από τη μία, καταδικάζουν τον εαυτό τους σε συνεχή δυστυχία και από την άλλη παίρνουν στο λαιμό τους μια αθώα γυναίκα, ή άνδρα, που δεν «υπέγραψε» σαφές συμβόλαιο της συνύπαρξης μαζί τους. Και που πιθανώς, όσο περνάει ο καιρός, το «θύμα» θα απορεί για την ερωτική απάθεια του συντρόφου του. Και στη χειρότερη περίπτωση, θα ανακαλύψει την τραγική αλήθεια μετά από χρόνια, όταν θα είναι αργά πια για να ξαναφτιάξει τη ζωή του. Στην τελευταία περίπτωση, ο ηθικός αυτουργός του δράματος είναι αποκλειστικά και μόνο η κοινωνία. Κι εκείνος που θα φταίει λιγότερο, είναι ο ίδιος ο δράστης που μεγάλωσε μέσα σε συμπλέγματα, ενοχές και δυστυχία. Και τα θύματα, θα είναι τα μέλη της οικογένειάς του.
Φανταστείτε έναν έφηβο, που μεγαλώνει με όλα τα αναμενόμενα προβλήματα της ηλικίας του: Ακμή, ψυχολογικές μεταπτώσεις, ανασφάλειες, μελαγχολία. Το σώμα του αλλάζει, η σκέψη του τον τρελαίνει. Καλείται να αφήσει την ανεμελιά της παιδικότητάς του και να αρχίσει να εντάσσεται στην κοινωνία, μέσα από άγχος, ανησυχίες, συγκρούσεις.
Φανταστείτε τώρα έναν ομοφυλόφιλο έφηβο, που πέραν όλων των προαναφερθέντων προβλημάτων ενηλικίωσης, έχει ένα ακόμα μαρτύριο να αντιμετωπίσει. Τον επικείμενο στιγματισμό του για κάτι τόσο αθώο, αλλά και που δεν ευθύνεται ο ίδιος. Το φορτίο αυτό είναι πιο βαρύ από όλα τα υπόλοιπα εφηβικά προβλήματα. Και το βάρος είναι αφόρητο, για κάποιον που ζει σε μια κοινωνία ρατσιστική, η οποία δεν έχει καταφέρει ακόμα να κατανοήσει την ανθρώπινη φύση.
Αυτά τα παιδιά, όσο μεγαλώνουν, ΑΝ καταφέρουν να συμφιλιωθούν με το «κακό» που τους βρήκε, συνήθως αποκτούν σιδερένια προσωπικότητα. Δυστυχώς, όμως, πολύ συχνά, δεν αποδέχονται τον ίδιο τους τον εαυτό. Δεν αντέχουν να σηκώσουν το βαρύ σταυρό, ιδίως όταν γεννιούνται σε συντηρητικές, μικρές κοινωνίες. Και έτσι αρχίζει το ψέμα. Αρχίζει η υποκρισία, οι κατάρες και οι αφορισμοί για άλλους ομοιοπαθείς, που τόλμησαν. Και το ψέμα γίνεται δεύτερη φύση. Το περνάν και σε άλλους τομείς της ζωής τους. Δηλητηριάζουν την ακεραιότητα τους, θυσιάζουν την ολοκλήρωσή τους. Ζουν ένα μόνιμο άγχος.
Η ελληνική κοινωνία που στέκεται στην επιφάνεια των πραγμάτων, δεν κατανοεί πως οποιοσδήποτε μπορεί να είναι ομοφυλόφιλος. Πως μπορεί να είναι ο κυρ Τάσος ο μουστακαλής χασάπης, ο Νίκος ο εφοριακός με τις πολλές επιτυχίες στις γυναίκες, ο πατήρ Αρσένιος, η περιπτερού με τα τρία παιδιά. Οποιοσδήποτε. Η πλειοψηφία των ελλήνων, έχει σαν πρότυπο ομοφυλοφίλων την θλιβερή εικόνα της καρικατούρας των παλιών ελληνικών ταινιών. Εκεί που ομοφυλόφιλος ήταν μόνο εκείνος που κουνούσε καλά το γοφό και μιλούσε με μια εξωτική ψεύτικη φωνή. Που προκαλούσε το γέλιο.
Ναι, μόνο έτσι ήταν αποδεκτή η ομοφυλοφιλία, ως παράδειγμα προς αποφυγή. Όσο εμφανιζόταν με γελοίο και υποτιμητικό τρόπο, όσο κατέστρεφε την εικόνα του αρσενικού, όσο περνούσε στα σπίτια μας ευχάριστα, για να μας διασκεδάζει. Όταν όμως οι πρώτοι gay χαρακτήρες στην τηλεόραση εμφανίστηκαν όπως είναι στην πραγματικότητα, η κοινωνία μας ένιωσε απειλημένη. Τα πρόστιμα προς τους τηλεοπτικούς σταθμούς, που εξέπεμπαν αμαρτωλές σειρές, με ρεαλιστικούς gay χαρακτήρες, τσάκιζαν. Οι στυλοβάτες της κοινωνίας, ένιωσαν ικανοποίηση. Με μοναδικά θύματα τους σιωπηλούς μάρτυρες που ανέβαιναν σιωπηλά το Γολγοθά τους.
Στην ταινία του Neil Jordan, «To παιχνίδι των λυγμών», ο σκορπιός, ζητά από έναν λευκό κύκνο, να τον μεταφέρει στην απέναντι όχθη ενός ποταμού. «Μα θα με τσιμπήσεις και θα πεθάνω», απαντάει ο κύκνος. «Τρελός είμαι; Θα πεθάνω κι εγώ, αν το κάνω», του ανταπαντάει, ο σκορπιός. Ο λευκός κύκνος πείθεται και ανεβάζει το σκορπιό στην πλάτη του. Μετά από λίγο, ο κύκνος, νιώθει ένα οξύ πόνο, και καταλαβαίνει πως ο σκορπιός αθέτησε το λόγο του. «Μα... γιατί, ανόητε; τώρα θα πεθάνουμε και οι δύο», φώναξε με σπαρακτική φωνή, νιώθοντας τις δυνάμεις του να χάνονται. Τότε, ο σκορπιός γυρίζει και του λέει με απελπισμένη φωνή: «Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς, έτσι είναι η φύση μου».
Οι gay άνθρωποι γεννιούνται, γίνονται, επιλέγουν τη σεξουαλική ταυτότητά τους; Ποιοι παράγοντες συμβάλλουν σε αυτό; γονίδια, παιδική ηλικία, τραύματα, τίποτα από όλα αυτά; Σαφής απάντηση δεν έχει δοθεί ακόμα. Το σίγουρο είναι πως δεν είναι επιλογή. Κανείς δεν επιλέγει τη δυστυχία που του «χαρίζει» απλόχερα και για μια ζωή, μια νηπιακής ευφυΐας κοινωνία. Η μόνη επιλογή μπορεί να είναι αν θα ζήσει κανείς μια κόλαση, ή μια χειρότερη κόλαση ψέματος, στέρησης ολοκλήρωσης, και αδικίας απέναντι στα θύματα του ψέματος αυτού.
Ελληνική κοινωνία. Μια κοινωνία που αναγκάστηκε, από μια αδυσώπητη κρίση, να δείξει τα σάπια δόντια της. Που, τα μνημόνια, την ανάγκασαν να βγάλει απότομα τις παθογένειές της από το συρτάρι, από όπου που τις έκρυβε χρόνια. Που προβάλλει την αδικία, τον παραλογισμό. Που φέρνει το φασισμό στο προσκήνιο, με τιμές «αρχηγού κράτους» για να τη σώσει, δήθεν, από τις δικές της παθογένειες. Εκεί που τα βήματα ανάπτυξης ήταν αργά και αμφίρροπα, ξαφνικά μετατράπηκαν σε τροχάδην πίσω ολοταχώς. Μια καταραμένη κρίση που δίνει βήμα στον ανόητο. Το στενόμυαλο. Που παραγκωνίζει τη δικαιοσύνη. Το σεβασμό στον διαφορετικό.
Αφήστε τον κόσμο να ζήσει όπως θέλει. Μη φοβάστε, τα παιδιά σας δεν θα «κολλήσουν», αν δεν γεννήθηκαν έτσι. Δεν είναι μεταδοτικό. Κανείς δεν αλλάζει τη φύση του κατά το δοκούν. Και καμία μόδα δεν υπαγορεύει σε κάποιον να αλλάξει προτιμήσεις για να γίνει αρεστός. Μη σπέρνετε μίσος. Μπορεί να μην καταλαβαίνετε πόσο κακό κάνετε. Πόσο πληγώνετε έναν αθώο συνάνθρωπό σας. Πόσο τρομάζετε αθώα, νέα παιδιά, που παρακολουθούν σιωπηλά τους αφορισμούς και τη διαπόμπευση άλλων και μεγαλώνουν μέσα σε μια πραγματική κόλαση. Και που πολλά τερματίζουν τη ζωή τους πριν μάθουν να αγωνίζονται.
Φανείτε μεγάλοι. Και μάλιστα σε ένα θέμα που δεν θα έπρεπε να απαιτείται κανενός είδους μεγαλείο. Αγκαλιάστε τα παιδιά σας, αν υποψιαστείτε ότι βασανίζονται. Απαλλάξτε τα από το σαράκι που τρώει την ψυχούλα τους. Βοηθήστε τα να σταθούν όρθια στη ζωή τους. Με ακεραιότητα, δύναμη, αυτοπεποίθηση. Αν φροντίσατε να τα μεγαλώσατε με αξιοπρέπεια, θα χειριστούν τη «καταραμένη» ΚΑΤΑ τη γνώμη σας, ζωή τους, με τόση λεβεντιά, που όμοιά της δεν είδε ούτε η Κρήτη, ούτε η Μάνη.
Γιατί η λεβεντιά κρύβεται στο σεβασμό και τη δικαιοσύνη απέναντι στους άλλους, απέναντι στη ζωή. Και θυμηθείτε: Λεβέντης είναι όποιος προστατεύει τον αδύναμο, εκείνος που τον σέβεται, παρόλο που δεν απειλείται ο ίδιος. Εκεί πράγματι φαίνονται οι μεγάλοι, οι τεράστιοι άνθρωποι. Τι όμορφο θα ήταν αν η πατρίδα μας γινόταν η ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΓΙΓΑΝΤΩΝ!
Facebook: Tzitzis Yannis

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου