Μπαίνοντας στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου σε υποδέχονται πέντε επιβλητικοί ορθογώνιοι πίνακες που απεικονίζουν έξι γυμνές και ημίγυμνες ανδρικές μορφές του Θανάση Μέγκου. Η παλέτα των χρωμάτων τους παραπέμπουν απευθείας στον Γιάννη Τσαρούχη.Πέντε μικρόφωνα έχουν ήδη στηθεί και αναμένουν πέντε ηθοποιούς να εξιστορήσουν ιστορίες. Σιγά σιγά τη σκηνή καταλαμβάνουν οι/τα Βασίλης Βηλαράς, Ανδρέας Λαζαράκος, Kristof, Niko Rupllem, Dolly Vara. Είναι ντυμένοι με τα φανταχτερά ρούχα του Χρύσανθου Χριστοδούλου, φορούν γούνες, τακούνια, καλσόν, ακόμα και στρινγκ (ένα μάτι συντηρητικό θα χαρακτήριζε το ντύσιμό τους προκλητικό, κάποιος άλλος θα έλεγε πως απλώς φορούν ρούχα στα οποία αισθάνονται ο εαυτός τους).
Περπατούν και λικνίζουν τα σώματά τους, κάνουν voguing, οι κινήσεις τους (επιμέλεια κίνησης Ευστράτιος Γιαννίκος) δε γίνεται να μη μαγνητίσουν το βλέμμα σου και τραγουδούν από άσματα λαϊκά, όπως το “Άμα Δείτε Το Φεγγάρι” και το “Του Αγοριού απέναντι” του Μίμη Πλέσσα, μέχρι θυμωμένα ραπαρίσματα.
Και κάπως έτσι αρχίζουν να μας κατακλύζουν μικροί Καταποντισμοί, εξομολογήσεις δηλαδή, πέρα για πέρα αληθινές, που αντικατοπτρίζουν με κρυστάλλινη καθαρότητα τις δεκαετίες της σκοτεινής… ντουλάπας. Ιστορίες μιας ολόκληρης γενιάς παίρνουν σάρκα και οστά και “συνομιλούν” μεταξύ τους σε μία συγκινητική, απόλυτα ισορροπημένη και ολοκληρωμένη παράσταση επενδεδυμένη με περίσσια αγάπη.
Ο Βασίλης Βηλαράς μετά τον “Λοιμό” (ΚΕΤ) μια μουσική παράσταση φτιαγμένη από τα υλικά που γεμίζουν καθημερινά τα newsfeed μας και τον “Σεισμό” (Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση) μια περφόρμανς που προκάλεσε τριγμούς σε αγαπημένα… κόκκαλα, φέρνοντας στη σκηνή τρανς θηλυκότητες, non binary άτομα, χοντρά σώματα, μετανάστριες και σεξεργάτες, ολοκληρώνει στην Πειραματική σκηνή του Εθνικού Θεάτρου την ιδιότυπη αυτή τριλογία του με τον “Καταποντισμό”.
Στη νέα αυτή παράσταση τα πρόσωπά της επισκέπτονται την gay Ελλάδα της Μεταπολίτευσης (ναι υπάρχει και αυτή η Ελλάδα) και μεταφέρουν τις επιθυμίες, τις σκέψεις και τις αγωνίες των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων εκείνης της περιόδου, όπως τις αποτύπωσαν τα ίδια, σε πρώτο πρόσωπο, μέσα από τις επιστολές που έστελναν στο επαναστατικό περιοδικό Αμφί, το πρώτο μέσο που άρθρωσε δημόσιο λόγο στην Ελλάδα για την queer εμπειρία.
Το περιοδικό ΑΜΦΙ
Oι γενιές του ‘60 και του ‘70 θυμούνται το περιοδικό ΑΜΦΙ, σαν κάτι ξένο και απαγορευμένο προς αυτές. Ο λόγος; Τότε, η ομοφυλοφιλία ήταν ταυτόσημη με την ανωμαλία. Μέχρι και τη δεκαετία του ‘90 που το περιοδικό σταμάτησε να εκδίδεται, δεν υπήρχε κανένα άλλο είδος ενημέρωσης που να αναφέρεται στην ομοφυλοφιλία. Στη δε τηλεόραση -κρατική μόνο υπήρχε τότε- δεν υπήρχε ούτε καν ομοφυλόφιλος υπαινιγμός. Και βέβαια δεν υπήρχε ίντερνετ.
Το περιοδικό Αμφί εκδιδόταν από το 1978 έως 1990 και αποτελεί πολύτιμο αρχείο για τη δύναμη και την πολιτική της επιθυμίας στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας. Το όνομά του προέρχεται από τη λέξη αμφι-σβήτηση και υπήρξε δράση του Απελευθερωτικού Κινήματος Ομοφυλόφιλων Ελλάδος γνωστού ως ΑΚΟΕ.
Ο πρώτος του εκδότης (1979-1984) ήταν ο Λουκάς Θεοδωρακόπουλος. Από το 1984 ως το 1986 υπεύθυνος ύλης ήταν ο Γιάννης Νένες και από το 1987 ο Γρηγόρης Βαλλιανάτος. Εξόχως χαρακτηριστικός ο υπότιτλος του περιοδικού: ”για την απελευθέρωση της ομόφυλης επιθυμίας”.
Το καλοκαίρι του 1979 το περιοδικό αντιμετωπίζει τη δικαιοσύνη στην περίφημη δίκη «περί ασέμνων». Το γεγονός αυτό ξεσήκωσε αντιδράσεις. Υπέρ του περιοδικού συγκεντρώθηκαν πάνω από 2000 υπογραφές συμπαράστασης· ανάμεσα στους υπογράφοντες, οι Βιργινία Τσουδερού, Χάρις Αλεξίου, Άλκηστις Πρωτοψάλτη, Γιώργος Βέλτσος, Θάνος Μικρούτσικος, Νίκος Νικολαΐδης, Κώστας Τσαρούχας, Λιάνα Κανέλλη, Μαρία Φαραντούρη, Μανούσος Μανουσάκης και πολλοί άλλοι. Συνήγορος υπεράσπισης του περιοδικού ήταν ο τότε νέος δικηγόρος και μετέπειτα πολιτικός, Θεόδωρος Πάγκαλος. Τελικά, το Αμφί κέρδισε τη δίκη.
Στο σημείωμα της ψυχοκοινωνικής ερευνήτριας, Λεμονιάς Γιαννίρη, στο πρόγραμμα της παράστασης, διαβάζουμε πως “στα 12 χρόνια κυκλοφορίας του, το Αμφί φιλοξένησε πολυάριθμες συνεντεύξεις, θεωρητικές συζητήσεις για την εξουσία και την υποκρισία της αστικής τάξης, άρθρα που ασκούσαν κριτική στον συμβατικό Τύπο, ερωτικά σκίτσα, φωτογραφίες γυμνών ανδρών κ.ά. Η στήλη αλληλογραφίας παρέμεινε από την αρχή ως το τέλος αναπόσπαστο κομμάτι το περιοδικού και έδωσε βήμα σε πολλούς ανθρώπους που ζούσαν στην απομόνωση και την περιφρόνηση να εκφραστούν και να εξομολογηθούν τη βία και την κακοποίηση, να συνδιαλλαγούν, να ερωτευτούν, να ποθήσουν, να μοιραστούν τα τραύματά τους”.
Ο Καταποντισμός του Βασίλη Βηλαρά
Ο Βασίλης Βηλαράς στον “Καταποντισμό” επικεντρώνεται και δίνει χώρο στις ιστορίες των ανθρώπων που είχαν τυπωθεί στο ΑΜΦΙ. Γιατί, όπως είπαμε, οι αναγνώστες είχαν τη δυνατότητα να στείλουν γράμματα προς το περιοδικό, τα οποία κατόπιν δημοσιεύονταν μαζί με την απάντησή του.
Με τη σκηνοθετική του ματιά αγκαλιάζει με στοργή ιστορίες ανθρώπων βουτηγμένων στη μοναξιά, εξομολογήσεις που κρύβουν μέσα τους ανεξάντλητη αγάπη, αλλά και μαρτυρίες αυτών που υπέφεραν και υποφέρουν από την απαξιωτική συμπεριφορά γονέων και συγγενών, από τα περιστατικά εκφοβισμού και κάθε είδους βίας.
Ιστορίες μιας γενιάς που σβήστηκε από τον χάρτη λόγω της επιδημίας του HIV/AIDS και της κοινωνικής και κρατικής αδιαφορίας, μιας γενιάς που δεν μπορούσε να εκφράσει τον πραγματικό της εαυτό και πνίγηκε μέσα σε αυτόν.
Ανάμεσα στις ιστορίες που ακούσαμε, ήταν και αυτή του πρωταθλητή της ενόργανης γυμναστικής Ιωάννη Μελισσανίδη που τον Ιούλιο του 1996 κέρδισε το χρυσό Ολυμπιακό Μετάλλιο στις ασκήσεις εδάφους στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα. Ήταν τότε που η χαρά έδωσε τη θέση της στην κοροϊδία. Γιατί ο Ιωάννης ήταν γκέι. Στα περισσότερα σπίτια ακουγόταν “Καλέ η Ιωάννης”, ενώ κυκλοφόρησε ακόμη και σατιρικό σκετσάκι στις τηλεοπτικές εκπομπές. Τι κι αν είχε κάνει την Ελλάδα υπερήφανη και είχε δώσει συνέντευξη ακόμη και στο CNN. Τα επίσημα media τον είχαν…καταποντίσει, ενώ social media δεν υπήρχαν και ίσως, αν υπήρχαν, να είχε ξεκινήσει από αυτά ένα κύμα συμπαράστασης.
Ο Ιωάννης Μελισσανίδης δήλωσε παρών στον “Kαταποντισμό” και η παρουσία του ήταν πολύ συγκινητική. Ο Βασίλης Βηλαράς -που μας εξομολογήθηκε πως κι αυτός ένιωθε τότε, το μακρινό 1996, ένας μικρός Ιωάννης- τον κάλεσε να υποκλιθεί μαζί τους. Και το κοινό τον αποθέωσε όπως του άξιζε και του αξίζει.
Οι ερμηνείες
Αυτό που κάνει τόσο αληθινή την παράσταση αυτή είναι οι ηθοποιοί της. Νιώθεις πως ερμηνεύουν τους ίδιους τους εαυτούς τους σε μία αλλόκοτα συγκινησιακά φορτισμένη μείξη των προσωπικών τους βιωμάτων με αντίστοιχα βιώματα των προσώπων που αλληλογραφούσαν με το ΑΜΦΙ.
Είναι εντυπωσιακό το πώς οι/τα Βασίλης Βηλαράς, Ανδρέας Λαζαράκος, Kristof, Niko Rupllem και Dolly Vara βουτούν χωρίς καμία άμυνα και αντίσταση μέσα στις ιστορίες άλλων ανθρώπων, σκάβουν βαθιά και φέρνουν στην επιφάνεια ένα σπάνιο υλικό εξομολογήσεων και εκμυστηρεύσεων. Ένα υλικό διεκδικεί τη δική του ορατότητα και φέρνει προ των ευθυνών της κάθε γενιά που φορούσε και φορά παρωπίδες.
Αφηγήσεις για τραγελαφικά coming out προκαλούν χαμόγελα, ακόμη και γέλιο στα χείλη, ενώ άλλες μαρτυρικές εξομολογήσεις φέρνουν δάκρυα συγκίνησης για όλους αυτούς τους ανθρώπους που κρύβονταν ακόμη και από τους ίδιους τους τους εαυτούς.
Έρωτες κρυφοί στην ελληνική επαρχία, στη Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα, πώς η Συγγρού γέμιζε με Θεσσαλονικιούς ομοφυλόφιλους, πώς η gay κουλτούρα ζυμώθηκε στα σινεμά της Ομόνοιας και βέβαια η πανταχού παρούσα συντηρητικότητα της ελληνικής κοινωνίας, το αέναο πνίξιμο μιας ισοπεδωτικής ετεροκανονικότητας.
Γιατί το ζήτημα είναι… ταξικό και στον Καταποντισμό
Μία παράσταση είναι ουσιαστική, όταν δεν μένει στον αφρό του εντυπωσιασμού. Και ο “Καταποντισμός” δεν έμεινε εκεί. Επιτέλους θίχτηκε και ακούστηκε το ταξικό ζήτημα στην ομοφυλοφιλία. Όχι ένα, αλλά πολλά γράμματα στο ΑΜΦΙ θίγουν το νευραλγικό αυτό ζήτημα για το οποίο οι περισσοτεροι σιωπούν. Έτσι, χωρίς καμία έκπληξη σ’ ένα γράμμα ακούμε την αλήθεια: πως η αστυνομία ουδόλως πειράζει τον εφοπλιστή ή τον βιομήχανο ομοφυλόφιλο, βγάζει ωστόσο όλο το μένος της πάνω στους μεροκαματιάρηδες της λαϊκής τάξης που πρέπει να πάνε στο γραφείο τους την επόμενη μέρα.
Έχουν αλλάξει άραγε τα πράγματα σήμερα; Ναι η κοινωνία μας έχει κάνει άλματα με τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών και την τεκνοθεσία, ωστόσο κανείς δε σχολιάζει πως τα μόνα ζευγάρια που μπορούν να κάνουν αυτό το βήμα είναι τα πλούσια ζευγάρια των μεγαλουπόλεων. Ποιο ομόφυλο ζευγάρι θα τολμούσε να διεκδικήσει το δικαίωμά του αυτό σε μία φτωχογειτονιά της Αθήνας ή σε ένα χωριό της Ελλάδας; Εδώ οι περισσότεροι δεν έχουν κάνει καν outing στις περιοχές αυτές.
Και όντως σήμερα η κοινωνία μας είναι ανοιχτή ή ένα μεγάλο μέρος της ακόμη στέκεται απέναντι σε κάθετι διαφορετικό και δη στους τρανς; Αρκεί να ανατρέξει κάποιος στην πρόσφατη επίθεση στη Θεσσαλονίκη σε δύο τρανς άτομα.
Τελικά αξίζει να δει κάποιος τον Καταποντισμό και σε ποιους απευθύνεται;
Όχι μόνο αξίζει, επιβάλλεται. Και δεν επιβάλλεται για να συστηθεί κάποιος με την queer πλευρά των πραγμάτων, αλλά με την ανθρώπινη. Αυτά τα πέντε υπέροχα παιδιά αυτό προσπαθούν να κάνουν πάνω στη σκηνή. Να μας συστήσουν τον ίδιο τους τον εαυτό μέσα στον παραλογισμό της εποχής μας.
Γιατί, όπως λέει πολύ εύστοχα ο Β. Βηλαράς στο σημείωμά του “πρέπει να πάψει πια το αφήγημα πως τα πράγματα γίνονται καλύτερα με το πέρασμα του χρόνου. Γίνονται και καλύτερα και χειρότερα”.
“Μέσα μου πέθανε ο ρομαντισμός.
Και γι’ αυτούς θα ’μαι ο καταποντισμός” λέει στο ραπάρισμά της η Dolly Vara και έχει τόσο δίκιο.
ΥΓ. Δεν μπορώ να μην αναφερθώ στην καλύτερη στιγμή της βραδιάς; Το καταπληκτικό ζεϊμπέκικο – δε θα το χαρακτηρίσω queer, γιατί δεν ήταν queer, ήταν απλώς ένας αποστομωτικός χορός- από το Niko Rupllem.